Το RedNote φιλοδοξεί να πάρει τη θέση του TikTok στις ΗΠΑ. Xωρίς να έχει αποσαφηνιστεί εάν γίνεται για λόγους προσωπικών δεδομένων και εθνικής ασφάλειας ή καθαρού πολιτικού ελέγχου μπροστά στην καλπάζουσα άνοδο του TikTok στην άλλη άκρη του Ατλαντικού (170 εκατ. χρήστες, δηλαδή σχεδόν ο μισός πληθυσμός των ΗΠΑ), η Αμερική βρίσκεται ένα βήμα προτού τραβήξει την κόκκινη γραμμή με την απαγόρευση χρήσης της εφαρμογής, δεδομένου ότι η διορία του σχετικού ψηφισμένου νόμου για «υποχρεωτική πώληση» της εφαρμογής σε μη κινεζική εταιρεία λήγει στις 19 Ιανουαρίου.

Όσο η υπόθεση εξετάζεται αυτή τη στιγμή από το Ανώτατο Δικαστήριο και διεθνή Μέσα όπως το Bloomberg μεταφέρουν ότι η πλάστιγγα γέρνει μάλλον προς την επικύρωση της απαγόρευσης, ενώ παράλληλα πυκνώνουν αλλά χωρίς να επιβεβαιώνονται τα σενάρια πώλησης της εφαρμογής από την κινεζική μητρική εταιρεία ByteDance («καθαρή μυθοπλασία», χαρακτήρισαν Κινέζοι αξιωματούχοι την εξαγορά από τον Elon Musk που ακούστηκε τελευταία), η αναστάτωση που έχει προκληθεί αποτυπώνεται στα νούμερα του Apple Store και του Google Play.

Τις τελευταίες μέρες, όλο και περισσότεροι Αμερικανοί πολίτες αυτοπροσδιορίζονται δημόσια ως «πρόσφυγες του TikTok», προτρέποντας τους φίλους τους να ακολουθήσουν τον ίδιο δρόμο προς το RedNote, την εφαρμογή που από αρχές της εβδομάδας βρίσκεται πρώτη σε λήψεις στα ψηφιακά καταστήματα των ΗΠΑ και έχει έρθει στο προσκήνιο ως «κλώνος» του TikTok, παρότι στην ουσία δεν είναι και τόσο ίδια ως εφαρμογή.

Τι είναι το RedNote

Δεν πρόκειται για καινούργια εφαρμογή, αντιθέτως πρόκειται για μία από τις δημοφιλέστερες εφαρμογές στην Κίνα (αξίας άνω των 17 δισ. δολαρίων σύμφωνα με τους Financial Times), με ιδιαίτερα μεγάλη απήχηση στο νεανικό και δη το γυναικείο κοινό, έχοντας ξεκινήσει μια δεκαετία πίσω ως κοινωνική πλατφόρμα αφιερωμένη στο ηλεκτρονικό εμπόριο.

Το Xiaohongshu, όπως είναι το πρωτότυπο όνομα της εφαρμογής στα μανδαρινικά κινέζικα (το οποίο μεταφράζεται σε «μικρό κόκκινο βιβλίο») εμφανίστηκε το μακρινό 2013 ως ένας διαδικτυακός οδηγός αγοράς για το αγοραστικό κοινό της Κίνας, δίνοντας τη δυνατότητα στους χρήστες για σχόλια και κριτικές γύρω από τα προϊόντα τα οποία είχαν αγοράσει. Αργότερα, ενσωμάτωσε τη δυνατότητα αγοράς προϊόντων, διεύρυνε τις κατηγορίες που καλύπτει και επεκτάθηκε στην παγκόσμια αγορά (π.χ. Ιαπωνία, Νοτιοανατολική Ασία), συνάπτοντας στρατηγικές με ισχυρά συμφωνίες με μεγάλα brands και επιδραστικές influencers, όπως η Kim Kardashian.

Αυτό το success story επικυρώθηκε το 2022 με την εξαγορά έναντι υψηλού ποσού από τον κολοσσό της ByteDance, την εταιρεία δηλαδή του TikTok που έως τότε προσπαθούσε να την ανταγωνιστεί με ανάλογες εφαρμογές για το ηλεκτρονικό εμπόριο, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Ειδικά μετά την απόφαση της Κίνας να απαγορεύσει τη χρήση εφαρμογών της Meta, το Xiaohongshu είχε εδραιωθεί, χαρακτηριζόμενο συχνά ως «εναλλακτική του Instagram», ενώ τώρα φαίνεται να ζει μια νέα εκτίναξη ως «εναλλακτική του TikTok» – τι ισχύει τελικά;

Κάτι ενδιάμεσο: Το Xiaohongshu έχει ενσωματώσει τη λογική του Instagram, θυμίζει οπτικά περισσότερο το Pinterest, ενώ παράλληλα εστιάζει ως εφαρμογή σε σύντομης διάρκειας περιεχόμενο, ακριβώς όπως το TikTok, όμως σε ακόμη πιο αυστηρό πλαίσιο διαχείρισης από το TikTok. Όπως διαβεβαιώνουν πολλοί από τους χρήστες που έσπευσαν για τη φυγή προς το συγγενικό κινεζικό social medium, στο Xiaohongshu υπάρχουν αυστηροί περιορισμοί για περιεχόμενο σχετικά με τις πολιτικές συζητήσεις και ευαίσθητα θέματα, εγείροντας συζητήσεις περί λογοκρισίας και ελευθερίας λόγου.

Θα μπορούσε το κοινό της Δύσης να συμβιβαστεί με αυτή την πραγματικότητα σε βάθος χρόνου;

Μάλλον όχι, αλλά, από την άλλη, είναι ξεκάθαρο πως βρισκόμαστε στην αυγή μιας νέας εποχής παγκοσμίως για τα social media και τον έλεγχο των αναρτήσεων, όπως δείχνουν από τη μία τα ανησυχητικά πειστικά βίντεο AI τεχνολογίας που αναπαράγονται και από την άλλη ιστορικές αποφάσεις όπως της Meta να καταργήσει το fact-checking. Οπότε, ποιος ξέρει;

Ίσως, η μπίλια καταλήξει τελικά σε ένα πιο αυστηρό και ελεγχόμενο ψηφιακό περιβάλλον όπως αυτό που ακολουθεί η Κίνα, μακριά από την ελευθερία την οποία ευαγγελίζονταν όταν είχαν εμφανιστεί οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης.