Η ανακοίνωση της υποψηφιότητας της Έρσης Σωτηροπούλου για το Νόμπελ Λογοτεχνίας γέμισε την καρδιά μου με χαρά και περηφάνια. Το να βλέπουμε μια Ελληνίδα συγγραφέα να διαπρέπει και να αναγνωρίζεται σε παγκόσμιο επίπεδο, δεν είναι απλώς μια προσωπική της επιτυχία, αλλά μια μοναδική στιγμή για όλους μας. Πόσω δε μάλλον όταν η αναφορά ενός ελληνικού ονόματος για το Νόμπελ Λογοτεχνίας έρχεται 45 χρόνια μετά τη βράβευση του Οδυσσέα Ελύτη και 61 χρόνια μετά τη βράβευση του Γιώργου Σεφέρη. Και μπορεί εν τέλει η Σουηδική Ακαδημία φέτος να βράβευσε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας την Νοτιοκορεάτισσα Χαν Γκανγκ, η Σωτηροπούλου όμως κατάφερε με το μοναδικό της στυλ και την αυθεντική της φωνή, να φέρει γι ακόμα μια φορά τη λογοτεχνία στο προσκήνιο και να μας υπενθυμίσει ότι η Ελλάδα δεν είναι μόνο η χώρα της αρχαίας ιστορίας, αλλά και της σύγχρονης τέχνης, του πολιτισμού και της δημιουργικότητας.
Πόσο ενθαρρυντικό είναι να σκεφτείς ότι μια γυναίκα από τη χώρα μας, με αγάπη για τη γραφή, την έκφραση και την τέχνη, μπορεί να φτάσει τόσο μακριά. Να διακριθεί για το έργο της σε παγκόσμιο επίπεδο και να λάμψει μέσω αυτού σε κάθε γωνιά του κόσμου. Η αναγνώριση της Έρσης Σωτηροπούλου για «τη διαυγή εξερεύνηση της ανθρώπινης πολυπλοκότητας μέσα από μια πρωτοποριακή πεζογραφία που εξετάζει τα όρια μεταξύ του προσωπικού και του πολιτικού», που της αποδίδει το World Literature Forum, έρχεται συμπληρωματικά και μόνο στην υποδοχή του έργου της διεθνώς. Διαπεραστική, ζωντανή, αισθησιακή, ακόμα και ενοχλητική, με το πάθος, τη σπιρτάδα, τις ρωγμές του μαύρου χιούμορ, τον λυγμό, την οδύνη, τον παλμό, την ορμή, τη δύναμη και την αίσθηση του μοιραίου, η Σωτηροπούλου αναποδογυρίζει την εικόνα και δείχνει το αληθινό πρόσωπο της πραγματικότητας που ζούμε. Πως μπορεί κανείς να μην την αγαπήσει γι αυτό;
Σε ευχαριστούμε Έρση Σωτηροπούλου. Όχι μόνο μας γέμισες με περηφάνια, μα μας έκανες να θέλουμε όλοι μας συνεχίσουμε να κυνηγάμε τα όνειρά μας…