Η τρελή ιστορία του Carl Rinsch, του σκηνοθέτη που «έφαγε» 55 εκατ. από το Netflix… Aν έχουν χιούμορ οι άνθρωποι του Netflix, τότε σε λίγους μήνες από τώρα θα κυκλοφορήσουν στην πλατφόρμα τους ένα ντοκιμαντέρ για το πώς ο Carl Erik Rinsch τους απέσπασε 55 εκατ. δολάρια χωρίς να τους παραδώσει ποτέ όσα είχε υποσχεθεί. Μπορεί τα έσοδα από αυτό να μην καλύψουν την «τρύπα» που δημιουργήθηκε, όμως είναι σίγουρο ότι πολλοί θα θέλουν να μάθουν τι πραγματικά συνέβη.

Το 2018, όσο οι streaming πλατφόρμες είχαν ήδη ανέβει στη σανίδα της επιτυχίας και είχαν, ας πούμε, εδραιωθεί ως μία συνήθεια στην καθημερινότητά μας, πολλά στούντιο προσπάθησαν να κάνουν δικό τους τον Carl Rinsch, σκηνοθέτη του 47 Ronin (με Keanu Reeves, παρακαλώ), μιας υπερβολικά μέτριας ταινίας η οποία είχε «πατώσει» στους κινηματογράφους.

Μόλις προστέθηκε στον κατάλογο του Netflix, βέβαια, η υπερβολικά μέτρια ταινία παρακολουθήθηκε από εκατομμύρια μάτια. Εκείνη την εποχή, θυμίζουμε, η ζήτηση για νέες ταινίες ή σειρές ήταν έντονη, οπότε όλοι οι καλοί ή οι μέτριοι, χωρούσαν. Η ιδέα του Rinsch για μια σειρά επιστημονικής φαντασίας για τεχνητούς ανθρώπους (Conquest) ενθουσίασε τα στούντιο και όχι μόνο τα ενθουσίασε, αλλά τα έβαλε να αναμετρηθούν σε ένα είδος δημοπρασίας.

Ο Rinsch και οι εκπρόσωποί του κατέληξαν σε μια άτυπη συμφωνία με την Amazon αλλά πριν γίνει επίσημη, έκανε την εμφάνισή του το Netflix. Η Cindy Holland, αντιπρόεδρος της εταιρείας για το πρωτότυπο περιεχόμενο εκείνη την εποχή, υποσχέθηκε στον σκηνοθέτη πολλά εκατομμύρια δολάρια περισσότερα αλλά και το final cut, κάτι που δεν συμβαίνει συχνά.

Όταν το Netflix έσφιξε το χέρι της αποτυχίας

Το Netflix κέρδισε την Amazon, σύντομα όμως θα το μετάνιωνε. Η εταιρεία ξόδεψε περισσότερα από 55 εκατομμύρια δολάρια για τη σειρά του Rinsch και, δυστυχώς γι’ αυτή, δεν έλαβε ποτέ ούτε ένα ολοκληρωμένο επεισόδιο.

Αμέσως μετά την υπογραφή του συμβολαίου, η συμπεριφορά του Rinsch έγινε αλλοπρόσαλλη και αντί να ασχοληθεί με τη σκηνοθεσία, το έριξε στην αγαπημένη συνήθεια πολλών ανθρώπων εκείνη την εποχή: τη συνωμοσιολογία. Ισχυριζόταν ότι είχε ανακαλύψει τον μυστικό μηχανισμό μετάδοσης του COVID-19 και ότι ήταν σε θέση να προβλέπει τις αστραπές.

Επίσης, έπαιξε ένα μεγάλο μέρος των χρημάτων από το Netflix στο χρηματιστήριο και σε κρυπτονομίσματα ενώ ξόδεψε εκατομμύρια δολάρια σε έναν στόλο Rolls-Royce, έπιπλα και ρούχα σχεδιαστών. Έκανε ζωάρα, που λέτε και εσείς στα new age καφενεία των Εξαρχείων.

Ο Rinsch ζητά αποζημίωση και δεν κάνουμε πλάκα

Το Netflix και ο Rinsch προσπαθούν να λύσουν τις διαφορές τους μετά από κινήσεις του ίδιου του σκηνοθέτη. Φυσικά και υπάρχει ρήτρα εμπιστευτικότητας γύρω από την όλη διαδικασία, με τον Rinsch να υποστηρίζει ότι η εταιρεία την παραβίασε, ζητώντας να του καταβάλει τουλάχιστον 14 εκατομμύρια δολάρια ως αποζημίωση. Θεούλης, που λέτε και εσείς στα μπαρ της Κυψέλης.

Ο Thomas Cherian, εκπρόσωπος του Netflix, δήλωσε ότι η εταιρεία έδωσε ένα μεγάλο ποσό αλλά και μεγάλη υποστήριξη στον Rinsch, αλλά «μετά από πολύ χρόνο και προσπάθεια, έγινε σαφές ότι ο κ. Rinsch δεν πρόκειται ποτέ να ολοκληρώσει τη σειρά που συμφώνησε να κάνει. Έτσι, τη διαγράψαμε».

Τα γυρίσματα της σειράς είχαν ξεκινήσει στο Σάο Πάολο της Βραζιλίας και στη συνέχεια στο Μοντεβιδέο της Ουρουγουάης και στη Βουδαπέστη. Στο Σάο Πάολο, το τοπικό σωματείο κινηματογραφικής βιομηχανίας έστειλε έναν εκπρόσωπο στο πλατό μετά από καταγγελία ότι ο Rinsch κακομεταχειριζόταν την ομάδα και έβγαζε υπερβολικό εκνευρισμό.

Στη Βουδαπέστη, ο Rinsch έμεινε μέρες χωρίς ύπνο και κατηγόρησε τη σύζυγό του ότι σχεδίαζε να τον δολοφονήσει, ενώ εκείνη δήλωσε αργότερα στις δικαστικές αίθουσες ότι η συμπεριφορά του Rinsch είχε αρχίσει να αλλάζει πριν από τα γυρίσματα στο εξωτερικό. Σε αρκετές περιπτώσεις, είχε πετάξει πράγματα εναντίον της και δύο φορές είχε ανοίξει τρύπες σε έναν τοίχο.

Ο σκηνοθέτης δήλωσε ότι είχε διαγνωστεί με αυτισμό και διαταραχή ελλειμματικής προσοχής/υπερκινητικότητας και έπαιρνε φάρμακα και για τα δύο. Η γυναίκα του και ορισμένα μέλη του συνεργείου ανησυχούσαν για τη χρήση του Vyvanse, μιας αμφεταμίνης που συνήθως συνταγογραφείται για τη θεραπεία της ΔΕΠΥ. Όταν γίνεται υπερβολική χρήση, το φάρμακο μπορεί να έχει σοβαρές παρενέργειες, όπως μανία, παραλήρημα και ακόμη και ψύχωση, σύμφωνα με τους ψυχιάτρους.

Και κάπως έτσι, καταλήγεις να αγοράζεις ακριβά αυτοκίνητα. Ή και όχι.