Η ανατροφή των παιδιών εξελίσσεται με την πάροδο των χρόνων, όπως και οι απόψεις για το τι σημαίνει να είσαι καλός γονιός. Κάποτε, το «όχι» ήταν μια από τις πιο συχνές λέξεις στο λεξιλόγιο των γονιών, ένα ξεκάθαρο όριο που έθετε τη βάση για τη διαπαιδαγώγηση.

Σήμερα, όμως, φαίνεται πως το «όχι» έχει δαιμονοποιηθεί. Έχει αντικατασταθεί από πιο ήπιες και «ευγενικές» φράσεις όπως «Η μαμά θα προτιμούσε να μην το κάνεις αυτό». Γιατί συνέβη αυτό και τι σημαίνει για τη νέα γενιά παιδιών;

Από το αυστηρό στο διαπραγματευτικό στυλ γονεϊκότητας

Στις δεκαετίες του ’70 και του ’80, οι γονείς έδιναν συχνά έμφαση στην πειθαρχία και τα σαφή όρια. Το «όχι» είχε τη δύναμη να σταματήσει μια κακή συμπεριφορά, να διδάξει υπευθυνότητα και να προστατεύσει τα παιδιά από πιθανούς κινδύνους. Με την πάροδο του χρόνου, όμως, οι παιδοψυχολόγοι άρχισαν να μιλούν για την ανάγκη συναισθηματικής σύνδεσης με τα παιδιά και τη σημασία του να αισθάνονται ασφάλεια και κατανόηση.

Αυτό οδήγησε στην αλλαγή προσέγγισης, όπου το αυστηρό και άμεσο «όχι» αντικαταστάθηκε από μια πιο συνεργατική γλώσσα. Οι γονείς πλέον αποφεύγουν να χρησιμοποιούν λέξεις που μπορεί να ερμηνευθούν ως «σκληρές» ή απορριπτικές. Έτσι, φράσεις όπως «Η μαμά θα προτιμούσε να…» ή «Τι θα έλεγες αν…;» έγιναν πιο δημοφιλείς.

Η αλλαγή αυτή δεν είναι απαραίτητα κακή, αλλά έχει φέρει προκλήσεις. Πολλοί γονείς φοβούνται μήπως το «όχι» τους κάνει να φανούν αυταρχικοί ή απομακρυσμένοι από τα παιδιά τους. Επιπλέον, σε μια εποχή όπου οι πληροφορίες για την ανατροφή των παιδιών είναι άφθονες και συχνά αντικρουόμενες, οι γονείς αισθάνονται τεράστια πίεση να πάρουν τις «σωστές» αποφάσεις.

Ωστόσο, η αποφυγή του «όχι» μπορεί να έχει αρνητικές συνέπειες. Τα παιδιά χρειάζονται όρια για να κατανοήσουν τον κόσμο γύρω τους. Το «όχι» δεν είναι απλώς μια άρνηση, αλλά και μια μορφή προστασίας, ένα εργαλείο που διδάσκει πειθαρχία και σεβασμό. Αντίθετα, η συνεχής προσπάθεια να «γλυκάνουμε» το μήνυμα μπορεί να δημιουργήσει σύγχυση στα παιδιά, τα οποία δυσκολεύονται να καταλάβουν τι είναι αποδεκτό και τι όχι.

Δεν χρειάζεται να επιστρέψουμε σε σκληρές μεθόδους πειθαρχίας, αλλά ούτε και να φοβόμαστε το «όχι». Είναι δυνατό να λέμε «όχι» με τρόπο που να δείχνει σεβασμό και κατανόηση. Για παράδειγμα, αντί για μια απλή άρνηση, μπορούμε να εξηγήσουμε γιατί μια συμπεριφορά δεν είναι αποδεκτή: «Όχι, δεν μπορείς να τρέξεις στον δρόμο, γιατί είναι επικίνδυνο».

Το κλειδί είναι η ισορροπία. Οι γονείς μπορούν να θέτουν όρια χωρίς να χάνουν τη σύνδεση με το παιδί τους. Ένα ζεστό, αλλά σταθερό «όχι», συνοδευόμενο από αγάπη και κατανόηση, μπορεί να δώσει στα παιδιά το μήνυμα ότι ο κόσμος έχει κανόνες που είναι απαραίτητο να τηρούνται.

Το «όχι» δεν πρέπει να θεωρείται εχθρός της σύγχρονης γονεϊκότητας. Είναι μια λέξη που, όταν χρησιμοποιείται σωστά, μπορεί να χτίσει τη συναισθηματική και κοινωνική ωριμότητα των παιδιών. Αντί να την αποφεύγουμε, ας την αγκαλιάσουμε ως εργαλείο για την ανατροφή μιας νέας γενιάς που σέβεται τα όρια και κατανοεί τη σημασία τους.