Αναρωτιέσαι γιατί το παιδί σου δεν είναι πιο «ανοιχτό» σε νέες τροφές; Μια διατροφολόγος απαριθμεί τους συνηθέστερους λόγους και προτείνει λύσεις.

Η διατροφολόγος και μαμά Amelia R. Sherry, που έχει βρεθεί σε αυτή τη θέση, λέει ότι «ο τρόπος που ανταποκρινόμαστε σε αυτή την απροθυμία του παιδιού να δοκιμάσει νέες τροφές μπορεί να επηρεάσει τις μελλοντικές διατροφικές του συνήθειες. Αυτό περιλαμβάνει το πώς νιώθει για τον εαυτό του, τη σχέση του με το φαγητό γενικά, αλλά και την αντίληψη που δημιουργεί για τα οικογενειακά γεύματα (π.χ. ότι είναι αγχωτικά)».

Η ίδια εξηγεί τους τρεις βασικούς λόγους που το παιδί είναι τόσο εκλεκτικό με το φαγητό και προτείνει ορισμένες στρατηγικές για να το βοηθήσουμε να γίνει πιο ανοιχτό στη δοκιμή.

Πρόβλημα #1: Τροφική νεοφοβία

Υπάρχει μια κατάσταση που οι ειδικοί ονομάζουν «τροφική νεοφοβία» και αναφέρεται στην απροθυμία ή αποφυγή κατανάλωσης νέων τροφίμων. Πρόκειται για έναν εξελικτικό μηχανισμό επιβίωσης που συμβαίνει ασυνείδητα στα παιδιά με στόχο να αποφεύγουν την κατανάλωση τροφών που μπορεί να είναι τοξικές και επικίνδυνες. Εκδηλώνεται από τη στιγμή που ένα παιδί αρχίζει να επιλέγει μόνο του το φαγητό του και κορυφώνεται μέχρι τα 6 έτη, για να μειωθεί στη συνέχεια σταδιακά, μέχρι να φτάσει στο ναδίρ στην ενηλικίωση.

Στο πλαίσιο αυτής της κατάστασης, η παρουσία ενός νέου τροφίμου μπορεί να προκαλέσει φόβο ή απόρριψη μόνο και μόνο από την όψη του, πριν καν το παιδί το δοκιμάσει. Ενδεχομένως μια προηγούμενη γευστική εμπειρία να είναι που οδηγεί στην απόρριψη (τα παιδιά σχηματίζουν πρότυπα για το πώς «πρέπει να φαίνεται» ένα φαγητό) ή η μυρωδιά του. Ωστόσο, η νεοφοβική συμπεριφορά είναι και ζήτημα προσωπικότητας: Παιδιά με άγχος ή εσωστρέφεια ίσως είναι πιο επιρρεπή στη νεοφοβία.

Σύμφωνα με την ειδικό, η νεοφοβία αφορά τον φόβο της εναπόθεσης της συγκεκριμένης τροφής στο στόμα. Μόλις εισέλθει στη στοματική κοιλότητα, ο φόβος φεύγει. Από εκεί και πέρα, το αν θα συνεχίσει το παιδί να καταναλώνει αυτό το φαγητό είναι ζήτημα εκπαίδευσης.

Μελέτες έχουν δείξει ότι τα νεοφοβικά παιδιά συνήθως έχουν και γονείς που είναι δύσκολοι στο φαγητό, ενώ έχει βρεθεί ότι η κοινωνικοοικονομική κατάσταση και το μορφωτικό τους επίπεδο παίζουν επίσης ρόλο στη διατροφική συμπεριφορά των νεότερων μελών.

Για να αντιμετωπιστεί το συγκεκριμένο πρόβλημα, τα επιστημονικά δεδομένα συνιστούν αλλεπάλληλη έκθεση ολόκληρης της οικογένειας στη γεύση συγκεκριμένων τροφίμων. Θεωρείται ότι απαιτούνται περίπου 15 επιτυχημένες προσπάθειες για να ενταχθεί ένα νέο τρόφιμο στη συνήθη διατροφή του παιδιού. Επίσης, η πίεση δεν θα έχει ποτέ τα επιθυμητά αποτελέσματα, δηλαδή το «φάε έστω μια μπουκιά» μπορεί να είναι έως και τραυματικό. Καλύτερη πρακτική είναι το παιχνίδι ή το να καλείς το παιδί να απαντήσει σε ερωτήσεις σχετικά με το φαγητό, χωρίς να απαιτείς να το δοκιμάσει, π.χ. Είναι καυτερό; Έχεις αναρωτηθεί ποτέ πώς μυρίζει; Πιστεύεις ότι αυτό το τυρί είναι μαλακό ή λίγο σκληρό;

Πρόβλημα #2: Οικογενειακή δυναμική και χρόνος

Δοκίμασε να παρατηρήσεις το εξής: Μήπως το παιδί είναι πιο «ανοιχτό» στο φαγητό του σχολείου ή στο σπίτι κάποιου φίλου; Μήπως τρώει πιο εύκολα τα σαββατοκύριακα που είστε όλοι μαζί, παρά τις καθημερινές;

Σε κάποιες περιπτώσεις η άρνηση του παιδιού να δοκιμάσει νέες τροφές δεν έχει να κάνει με την υφή και τη γεύση τους, αλλά με τους ανθρώπους, το μέρος ή τον χρόνο που η τροφή προσφέρεται.

Ένα κουρασμένο παιδί δεν θα έχει την όρεξη και την περιέργεια να δοκιμάσει ένα νέο φαγητό. Ένα παιδί που έφαγε ένα γερό κολατσιό στο σχολείο, δεν θα πεινάει για να φάει καλά το μεσημέρι.

Και αντίστοιχα, ένας κουρασμένος, εξαντλημένος γονιός δεν έχει τη συναισθηματική ενέργεια που απαιτείται για να οριοθετήσει ένα παιδί που αρνείται να φάει αυτό που του προσφέρεται. Εκείνες τις στιγμές το παιδί ξέρει ότι αν επιμείνει, θα του προσφερθεί ένα τρόφιμο που του αρέσει περισσότερο.

Οι γονείς που ξέρουν ότι το παιδί δεν αρνείται νέες τροφές εξαιτίας αισθητηριακών θεμάτων αλλά λόγω timing χρειάζεται να βάλουν περισσότερους κανόνες και όρια σχετικά με την ώρα και τον τόπο του φαγητού. Να εξασφαλίσουν ότι το παιδί δεν φουσκώνει με άλλα σνακ στο σχολείο και να αρνηθούν να φτιάξουν ένα εναλλακτικό φαγητό, αν ξέρουν π.χ. ότι το παιδί έφαγε σπανακόρυζο στο σπίτι των παππούδων τον περασμένο μήνα, ενώ τώρα λέει ότι δεν του αρέσει.

Πρόβλημα #3: Έλλειψη διατροφικών δεξιοτήτων

Μπορεί να ακούγεται το πιο απλό πράγμα στον κόσμο, όμως η διαδικασία του φαγητού απαιτεί πολλές διαφορετικές δεξιότητες και πολύ καιρό, ίσως και χρόνια, για να την κατακτήσει κανείς απόλυτα. Όπως περιγράφει η Sherry: «Είχα κάποτε έναν 8χρονο πελάτη που αρνούνταν να φάει τα περισσότερα από τα κρέατα που του έδιναν οι γονείς του και έπειτα από μεγάλη συζήτηση μου αποκάλυψε ότι είναι πολύ σκληρά για να τα μασήσει και να τα καταπιεί. Πρότεινα να τα κόβει σε πιο μικρά κομμάτια και τότε διαπίστωσα ότι δεν του είχε δείξει ποτέ κανείς πώς να χρησιμοποιεί το μαχαίρι».

Χρειάζεται να επενδύσει κανείς χρόνο, λοιπόν, για να αναπτύξει το παιδί αυτή τη δεξιότητα και να βελτιώσει τον τρόπο που τρώει.

Το μόνο σίγουρο είναι ότι το γεύμα είναι διαδικασία κοινωνική. Συμβαίνει μάλιστα όσο περισσότεροι άνθρωποι συμμετέχουν σε αυτό τόσο μεγαλύτερη ποσότητα φαγητού να καταναλώνεται, τόσο μεγαλύτερη ποικιλία να υπάρχει και τόσο περισσότερο να επηρεάζεται το παιδί βλέποντας τους γύρω του να δοκιμάζουν τα πάντα.

Το παιδί, τότε, ως πλάσμα μιμητικό, αργά ή γρήγορα θα ακολουθήσει το παράδειγμα των γονιών και του περιβάλλοντός του.