Υπάρχει ένας λόγος, ή ίσως περισσότεροι από ένας, για την εξήγηση της γυναικείας μακροζωίας που μεταφράζεται στο γεγονός ότι οι γυναίκες ζουν περισσότερο από τους άντρες. Ο αριθμός αυτός επιβεβαιώνεται από διάφορες στατιστικές που δείχνουν ότι κατά μέσο όρο μια γυναίκα έχει μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής από έναν άντρα.
Συγκεκριμένα, αυτό το συμπέρασμα προκύπτει από τη βάση δεδομένων της ανθρώπινης θνησιμότητας: τη μεγαλύτερη βάση δεδομένων μακροζωίας. Αυτή η συλλογή δεδομένων περιλαμβάνει πολλούς πίνακες σχετικά με τη διάρκεια ζωής αντρών και γυναικών από 38 χώρες.
Σύμφωνα λοιπόν με τη βάση δεδομένων, προκύπτει ότι σε όλο τον κόσμο η μέση διάρκεια ζωής είναι περίπου 71 χρόνια, όμως οι άντρες ζουν κατά μέσο όρο 60 χρόνια και οι γυναίκες 73 χρόνια.
Όμως οι μελετητές ξεκίνησαν να ενδιαφέρονται για τον λόγο που οι γυναίκες ζουν περισσότερο. Μεταξύ των διαφόρων ερευνών που διεξήχθησαν, πρέπει να σημειωθεί αυτή που υπέγραψαν οι Steven Austad και Kathleen Fischer. Οι δύο ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Αλαμπάμα προσπάθησαν να καταλάβουν τον λόγο της γυναικείας μακροζωίας.
Η έρευνα που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Cell Metabolism υπογραμμίζει ότι οι άνθρωποι είναι το μόνο είδος στο οποίο ένα από τα δύο φύλα έχει μεγαλύτερα πλεονεκτήματα από το άλλο, όσο αφορά τη μακροζωία. Από τις περιπτώσεις που αναλύθηκαν προκύπτει ότι οι γυναίκες έχουν καλύτερο ανοσοποιητικό από τους άντρες. Αντίθετα, οι άντρες συχνά υπόκεινται σε προβλήματα υγείας. Αυτή η ποικιλομορφία μπορεί να εξαρτάται από: ορμονικές διαφορές, ανοσολογικές ικανότητες, αποκρίσεις στο οξειδωτικό στρες, γενετική.
Στη συνέχεια, πολλοί μελετητές εξέτασαν ορισμένα χαρακτηριστικά μεταξύ των δύο φύλων. Στον ψυχιατρικό τομέα αναλύθηκαν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αντρών και γυναικών. Αυτό που εντοπίστηκε ήταν πως οι γυναίκες κάνουν πολλές δουλειές ταυτόχρονα, είναι συναισθηματικές και έχουν ένστικτο. Ενώ οι άντρες είναι δυναμικοί και προσανατολίζονται πολύ πιο εύκολα.
Εκτός όμως από τα παραπάνω χαρακτηριστικά παρατηρήθηκε ακόμα ένα: οι γυναίκες έχουν την τάση να μιλάνε πολύ. Και όπως επισήμαναν οι μελετητές, οι Ισπανίδες συγκαταλέγονται στις μακροβιότερες στον κόσμο επειδή μιλούν πολύ – ένα χαρακτηριστικό που τις οδηγεί να αντιμετωπίζουν καλύτερα τις δυσκολίες.
Μιλώντας, οι γυναίκες απελευθερώνονται από τις αρνητικές σκέψεις και τα άσκημα συναισθήματα, με αποτέλεσμα να καταφέρνουν με μεγαλύτερη ευκολία να ξεπεράσουν τις αντιξοότητες, σε σχέση με τους άντρες.
Μια άλλη μελέτη από το Πανεπιστήμιο του Μέριλαντ έδειξε ότι οι γυναίκες μιλούν επειδή έχουν μια πρωτεΐνη: FoxP2 , που ονομάζεται πρωτεΐνη ομιλίας. Αυτή η πρωτεΐνη βρίσκεται σε μεγαλύτερο βαθμό στον θηλυκό εγκέφαλο, όπως επιβεβαιώθηκε από μια κλινική δοκιμή που πραγματοποιήθηκε σε δείγμα αγοριών και κοριτσιών ηλικίας 4 έως 5 ετών.
Αυτές οι δοκιμές έδειξαν ότι στα κορίτσια η πρωτεΐνη ήταν περισσότερη κατά 30%. Και αυτό είναι ένας ακόμη λόγος που εξηγεί γιατί τα κορίτσια μαθαίνουν να μιλούν πριν από τα αγόρια, αποκτώντας έτσι ένα ευρύτερο λεξιλόγιο. Οι γυναίκες λένε κατά μέσο όρο 20 χιλιάδες λέξεις την ημέρα, ενώ οι άντρες 7 χιλιάδες.