Το επιστημονικό μυστικό για να παίρνετε τις καλύτερες αποφάσεις! Ενώ πιστεύουμε ότι οι καλές αποφάσεις βασίζονται εν μέρει στην διαίσθηση, όταν θέλουμε να πάρουμε μια σημαντική απόφαση και το διακύβευμα είναι υψηλό, αυθόρμητα αναζητάμε όσο το δυνατόν περισσότερες πληροφορίες, για να συμπεριλάβουμε όλα τα δεδομένα και τελικά να οδηγηθούμε στο καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα.
Ωστόσο, ίσως να χρειαστεί να επαναπροσδιορίσουμε αυτήν την στρατηγική.
Σύμφωνα με νέα επιστημονική μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο Cognitive Research: Principles and Implications, αν θέλετε να παίρνετε καλύτερες αποφάσεις σταματήστε την εξαντλητική έρευνα, μιας και οι δεξιότητες λήψης αποφάσεων των περισσότερων ανθρώπων φαίνονται να μειώνονται όσο περισσότερα μαθαίνουν.
«Είναι αντιφατικό, γιατί σε όλους μας αρέσει να πιστεύουμε ότι χρησιμοποιούμε τις πληροφορίες με σύνεση για να λαμβάνουμε έξυπνες αποφάσεις», αναφέρουν οι ερευνητές. «Αλλά όταν πρόκειται για πληροφορίες, το περισσότερο δεν είναι απαραίτητα καλύτερο».
Οι πολλές πληροφορίες δεν ισοδυναμούν με καλές αποφάσεις
Για να διερευνήσει το ζήτημα η ομάδα των ερευνητών δημιούργησε απλά διαγράμματα, που ονομάζονται αιτιολογικά μοντέλα, τα οποία δείχνουν πώς αλληλεπιδρούν διαφορετικοί παράγοντες για να αποδώσουν τα επιθυμητά αποτελέσματα.
Οι ερευνητές περιέγραψαν στους συμμετέχοντες ένα υποθετικό μη ρεαλιστικό σενάριο.
Οι περισσότεροι άνθρωποι μπορούν να συλλογιστούν αποτελεσματικά για τέτοια μοντέλα επειδή δεν έχουν προκαταλήψεις ή προτιμήσεις σχετικά με το υποθετικό μη ρεαλιστικό σενάριο και ως εκ τούτου παίρνουν πιο σωστές αποφάσεις επειδή επικεντρώνονται στις πληροφορίες που τους δίνονται, εξηγούν οι ερευνητές.
Υποθέτουν όμως, ότι σε καθημερινά σενάρια, όπως το πώς να κάνουν υγιεινές διατροφικές επιλογές, η ικανότητα των ανθρώπων να συλλογίζονται αποτελεσματικά μειώνεται.
«Πιστεύουμε ότι οι προηγούμενες γνώσεις και οι πεποιθήσεις των ανθρώπων τους αποσπούν την προσοχή από το αιτιολογικό μοντέλο που έχουν μπροστά τους. Αν σκέφτομαι τι να φάω, για παράδειγμα, μπορεί να έχω κάθε είδους προκατάληψη αναφορικά με το τι είναι καλύτερο και αυτό καθιστά πιο δύσκολο να χρησιμοποιήσω αποτελεσματικά τις πληροφορίες που μου παρουσιάζονται» εξηγούν οι ερευνητές.
Εμπόδια οι προτιμήσεις και οι προκαταλήψεις
Για να επαληθεύσουν αυτήν την υπόθεση, οι επιστήμονες διερεύνησαν πώς οι δεξιότητες λήψης αποφάσεων μπορεί να ποικίλουν όταν παρουσιάζονται με διαφορετικά είδη αιτιακών μοντέλων για ζητήματα της πραγματικής ζωής.
Μερικά από αυτά περιελάμβαναν την αγορά ενός σπιτιού, τη διαχείριση του σωματικού βάρους και την επιλογή ενός κολεγίου.
Βάσει των πειραμάτων τους, οι ερευνητές είδαν ότι οι άνθρωποι ξέρουν πώς να χρησιμοποιούν αιτιολογικά μοντέλα, αλλά ακόμη και ένα πολύ απλό μοντέλο έγινε γρήγορα άχρηστο όταν προστέθηκαν μη ουσιώδεις λεπτομέρειες στα ουσιαστικά γεγονότα.
«Αυτό που είναι πραγματικά αξιοσημείωτο είναι ότι ακόμη και ένας μικρός αριθμός πλεονασματικών πληροφοριών έχει μεγάλη αρνητική επίδραση στη λήψη των αποφάσεών μας», αναφέρουν χαρακτηριστικά οι ερευνητές.
«Αν λαμβάνετε πάρα πολλές πληροφορίες, η δεξιότητα λήψης αποφάσεων μειώνεται σημαντικά ή γίνεται τόσο κακή που είναι τελικά σαν μην πήρατε καμία απόφαση».
Τα πολλά δεδομένα «θολώνουν» το τοπίο
Για παράδειγμα, εάν ένα αιτιολογικό μοντέλο δείχνει ότι η κατανάλωση αλμυρού φαγητού αυξάνει την αρτηριακή σας πίεση, αλλά δείχνει επίσης άσχετες πληροφορίες, όπως ότι εάν καταναλώνετε νερό διψάτε λιγότερο, είναι πιο δύσκολο για τους ανθρώπους να κάνουν αποτελεσματικές επιλογές σχετικά με τον καλύτερο τρόπο διαχείρισης της υγείας τους.
Όταν η ομάδα των ερευνητών αφαίρεσε τις άσχετες λεπτομέρειες και τόνισε τις ζωτικής σημασίας πληροφορίες, οι συμμετέχοντες ανέκτησαν γρήγορα την ικανότητά τους να λαμβάνουν καλές αποφάσεις.
«Αυτό είναι σημαντικό γιατί μας δείχνει ότι το πρόβλημα δεν είναι μόνο ότι κατακλυζόμαστε από την τεράστια ροή της πληροφορίας αλλά περισσότερο ότι αγωνιζόμαστε να κατανοήσουμε ποια μέρη του μοντέλου πρέπει να προσέξουμε», εξηγούν οι ερευνητές.
«Εάν το καλοσκεφτούμε, αυτά τα ευρήματα έχουν σημαντικές επιδράσεις σχεδόν σε κάθε πτυχή της ζωής, γεγονός που σημαίνει, ότι μπορεί να χρειαστεί να επανεξεταστεί η διαδικασία της κριτικής σκέψης και της εκπαίδευσης γενικότερα» καταλήγουν οι ερευνητές.