O Δημήτρης Λάλος έχει τη γοητεία ενός αυτοδημιούργητου ανθρώπου…

Το αδιαμφισβήτητο ταλέντο του Δημήτρη Λάλου δεν τον κάνει λεπτό να επαναπαύεται και αυτό είναι κάτι που μπορεί να καταλάβει ο καθένας παρακολουθώντας την πορεία του. Στον σημείο που βρίσκεται σήμερα έφτασε πολύ συνειδητά και μετά από χρόνια σκληρής δουλειάς. Έχει τη γοητεία ενός αυτοδημιούργητου ανθρώπου. Κι αν το ευρύ κοινό τον γνώρισε μέσα από την τηλεόραση, εκείνος έχει πίσω του εικοσαετή πορεία. Έχει «γράψει πολλά χιλιόμετρα» στο σανίδι, έφτιαξε σχεδόν με τα χέρια του το θέατρο «Επί Κολωνώ», ενώ σήμερα έχει δικό του θέατρο, το «Εν Αθήναις – Tempus Verum» στο Γκάζι, έναν καλλιτεχνικό οργανισμό που περιλαμβάνει και εργαστήρια υποκριτικής.

Εκτός όμως από χαρισματικός ηθοποιός είναι και ένας πολύ χαρισματικός συνομιλητής. Απολαμβάνεις να κουβεντιάζεις μαζί του για ώρες μιας και οι σκέψεις του είναι απόλυτα δομημένες και ο λόγος του σταθερός. Ξέρει τι θέλει και θα το πει έχοντας απόλυτη επίγνωση για κάθε λέξη που θα χρησιμοποιήσει.

Ετοιμαστείτε γιατί ακολουθεί μία ειλικρινής και πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση με τον ηθοποιό Δημήτρη Λάλο για το θέατρο, αφού φέτος πρωταγωνιστεί με τους Θανάση Δόβρη, Γιώργο Χριστοδούλου, Στέργιο Κοντακιώτη, Βίκυ Βολιώτη, Γιώργο Τριανταφυλλίδη, Έλενα Μαυρίδου και Δήμητρα Κούζα στις «Βάκχες» του Ευριπίδη, για την τηλεόραση και τον «Σασμό» όπου θα τον απολαμβάνουμε και τη νέα σεζόν, τα θέλω του, τα όνειρά του αλλά και τις φιλοδοξίες του.

Συνέντευξη στη Λιάνα Μπουκουβάλα

Στις 02 του Σεπτέμβρη στο Κατράκειο της Νίκαιας θα σας δούμε στις «Βάκχες» του Ευριπίδη σε σκηνοθεσία της Έλενας Μαυρίδου. Πείτε μας δύο λόγια για το τι θα δουν οι Πειραιώτες – και όχι μόνο – αυτό το Σαββατόβραδο…

Οι «Βάκχες» είναι από τα πιο «δυνατά» έργα που έχουμε σήμερα στα χέρια μας. Ένα έργο που συνδυάζει τη σύγχρονη με την παραδοσιακή μουσική, και μια κινησιολογία βασισμένη στην τελετουργία των Αναστεναρίων. Μια πιο μακρινή παράδοση της αρχαίας τραγωδίας τόσων χιλιάδων χρόνων μιας και το έργο γράφτηκε περίπου 2500 χρόνια πριν. Ο στόχος μας είναι να ενώσουμε αυτές τις δυο παραδόσεις ώστε να το φέρουμε στο σήμερα και να έχει κάτι να μας πει. Είναι ένα έργο με πολύ ένταση και συγκρούσεις, συνθήκες που δίνουν τη δυνατότητα στον θεατή τη να το ευχαριστηθεί, όπως μας έχει δείξει η ανταπόκριση του κοινού όπου και αν έχουμε πάει μέχρι τώρα. Μιας και έχουμε μεγάλη περιοδεία η οποία θα ξεπεράσει τις 40 παραστάσεις όταν ολοκληρωθεί.

Ο ρόλος του Διόνυσου ήταν κίνητρο για εσάς προκειμένου να συμμετέχετε σε αυτή την παράσταση;

Σίγουρα. Κίνητρο πάντα όμως είναι η συνεργασία μεταξύ των ανθρώπων. Ο ρόλος ήταν για εμένα μια πρόκληση μετά από 2 χρόνια που κάνω και το «Σασμό» όπου κάνω έναν πιο αψύ χαρακτήρα. Ήθελα να εξερευνήσω και άλλους δρόμους υποκριτικούς και σωματικά και πνευματικά.

Τι σας γοητεύει περισσότερο στο ρόλο;

Το να ερμηνεύσει ένας ηθοποιός ένα Θεό, γιατί είναι από τις λίγες ελληνικές τραγωδίες που πρωταγωνιστεί ένας Θεός, είναι πάρα πολύ δύσκολο και από μόνο του μεγάλη πρόκληση. Είναι μεγάλη η γοητεία και η δύναμη που νιώθεις όταν ερμηνεύεις έναν τέτοιο χαρακτήρα μα και ταυτόχρονα και η δυσκολία του να το καταφέρεις.

Ποιες οι δυσκολίες που συναντήσατε αντίστοιχα υποκριτικά;

Η μεγαλύτερη δυσκολία είναι το να τον παρουσιάσεις στο κοινό ισορροπημένα και προς τις δυο κατευθύνσεις. Δηλαδή, να μην είναι ούτε αντιπαθητικός αλλά ούτε και τελείως φιλικός. Η ουσία είναι να βρεις τη χρυσή τομή και νομίζω πως το έχουμε καταφέρει στο τελικό αποτέλεσμα.

Ο ∆ιόνυσος ενδύεται ένα αρχέγονο πρόσωπο. Ο Ευριπίδης είναι ο ποιητής του πάθους. Πιστεύετε ότι το έργο εστιάζει στο ανθρώπινο στοιχείο;

Οι τραγωδίες γενικότερα είναι μεγάλα έργα, είναι όπως λέμε δηλαδή, ανοικτά έργα. Στα νοήματά τους εννοώ είναι ανοικτά. Μπορείς να κάνεις πολλές αναγνώσεις και να δεις σε πολλά επίπεδα αυτά που έχει γράψει ο Ευριπίδης. Είναι πολύπλοκο το θέμα θα μπορούσα να πω αλλά και αυτό είναι το ωραίο.

Που µπορούµε να τοποθετήσουµε τις «Βάκχες» στο σήµερα;

Πολλές φορές το έχω σκεφτεί αυτό αλλά τελικά έχω καταλήξει πως δεν είναι απλά επίκαιρα με μια έννοια του τι έχουν να πουν τοποθετημένα στο σήμερα. Είναι διαχρονικά. Οι «Βάκχες» είναι ένα έργο που είπε κάτι χθες, έχει να πει κάτι σήμερα και θα έχει να μας πει κάτι και αύριο. Εξάλλου, αν δεν ήταν έτσι δεν θα άντεχε και 2500 χρόνια…

Με τις «Βάκχες» πραγματοποιήσατε περιοδεία στην περιφέρεια και συνεχίζεται με παραστάσεις στην Αττική. Ποια η γοητεία του να περιοδεύεις;

Η καθημερινή επαφή με νέα θέατρα και νέο κοινό είναι μαγική. Ειδικά το να συναντάς τον κόσμο από κοντά είναι πολύ ωραίο συναίσθημα. Η αγάπη που έχω λάβει από ανθρώπους που είδαν την παράσταση και μάλιστα μου εκμυστηρεύονται πως δεν είχαν δει ποτέ τραγωδία, είναι πραγματικά απίστευτη. Παιδιά που έρχονται πρώτη φορά να δουν θέατρο, πρώτη φορά ένα αρχαίο δράμα και τους δίνεις τέτοια χαρά… Γυρίζοντας ανά την Ελλάδα κάνεις τον κόσμο να αισθάνεται καλύτερα και αυτό δεν συγκρίνεται εύκολα με κάτι άλλο. Το να ταξιδεύεις και να παίζεις στην Κοζάνη, στην Καστοριά, στη Βέροια, και άλλα μέρη της ελληνικής επαρχίας, και να σου λένε ευχαριστώ και να χαίρονται που είσαι εκεί, είναι πολύ σημαντικό πράγμα. Γιατί ο ποιητικός λόγος του αρχαίου δράματος είναι υψηλών δονήσεων ήχος και απευθύνεται σε όλη την οικογένεια, ακόμα και σε μικρά παιδιά. Κι αυτό είναι κάτι που πρέπει να ειπωθεί. Ας μη φοβάται ο κόσμος να δει μια αρχαία τραγωδία με τα παιδιά του. Στα παιδιά αρέσουν αυτές οι ιστορίες. Μέσα από αυτές έχει γαλουχηθεί όλος ο σύγχρονος πολιτισμός. Τι πιο όμορφο να παρακολουθήσει μια οικογένεια σε ανοικτό θέατρο μια παράσταση, ένα έργο και μετά να έχει να συζητήσει κάτι γι αυτό; Αυτές οι παραστάσεις δημιουργούν αναμνήσεις και εμπειρίες ζωής.

Η σχέση σας με το θέατρο θα μπορούσε κανείς να πει πως είναι μία σχέση ζωής. Έχετε φτιάξει σχεδόν με τα χέρια σας το «Επι Κολωνώ» και σήμερα έχετε το δικό σας θέατρο, το «Εν Αθήναις-Tempus Verum» στο Γκάζι, έναν καλλιτεχνικό οργανισμό που περιλαμβάνει και εργαστήρια υποκριτικής. Μάλιστα κάπου διάβασα πως έχετε 21 εργαζομένους και 100 μαθητές! Το ρίσκο του επιχειρείν σας έκανε ποτέ να έχετε δεύτερες σκέψεις σχετικά με αυτή σας τη δραστηριότητα;

Εννοείται. Και τρίτες και τέταρτες σκέψεις! Χα, χα! Το θέμα είναι κάθε φορά να το ζυγίζεις το πράγμα όσο καλύτερα μπορείς και να παίρνεις τις σωστές αποφάσεις. Το επιχειρείν έχει ρίσκο. Μπορεί να απολαύσεις κάτι δυνατό, αλλά μπορεί και να χάσεις κάποια πράγματα. Μέχρι τώρα ευτυχώς για μένα τα πράγματα έχουν πάει πάρα πολύ καλά και αυτό είναι ευχάριστο. Στόχος μου είναι να διατηρηθεί αυτή η μικρή ακαδημία ώστε να δημιουργηθεί μια κοινότητα ανθρώπων που μιλάνε την ίδια γλώσσα υποκριτικής, και ειδικά στο σινεμά, ώστε να εκπαιδευτούμε όσο το δυνατόν περισσότερο πάνω σε αυτό το κομμάτι. Σκέψου πως υπάρχουν παιδιά που έχουν τελειώσει δραματική σχολή και δεν έχουν κάνει ποτέ τους υποκριτική μπροστά σε κάμερα. Είναι εγκληματικό αυτό και ειδικά για μια χώρα που θέλει να ξεχωρίσει σε παγκόσμιο επίπεδο.

Είστε ηθοποιός, σκηνοθέτης, μεταφραστής, επιχειρηματίας… Έχετε καταλήξει που ανήκετε περισσότερο από όλα όσα καταπιάνεστε;

Πρώτα από όλα είμαι ηθοποιός. Η μετάφραση προέκυψε γιατί μεγάλωσα στη Γερμανία και γνωρίζω τη γερμανική γλώσσα. Ως άνθρωπος ωστόσο πιστεύω ότι όσο δύσκολο και αν είναι κάτι, αν το αγαπάς, βρίσκεις το χρόνο, το πάθος, τον τρόπο και τη συγκέντρωση για να το κάνεις.

Είστε κάτοχος του βραβείου «Δημήτρης Χορν» για το 2012 με την παράσταση «Λα Τσούνγκα» στο θέατρο Επί Κολωνώ. Οι διακρίσεις, είτε μιλάμε για βραβεία, είτε για την αυξανόμενη αγάπη του κόσμου, σας αγχώνουν προκειμένου να μπορέσετε να συνεχίσετε να διατηρείτε τον πήχη ψηλά στις δουλειές σας;

Δεν νομίζω πως δημιουργεί άγχος. Ίσα – ίσα που δημιουργεί μια ασφάλεια το να νιώθεις πως αυτό που κάνεις αναγνωρίζεται. Ίσως να σε βάζει σε μια διαδικασία να πεις «και τώρα τι;», όμως αν είσαι συνειδητοποιημένος και ξεκάθαρος στο τι κάνεις, πως το κάνεις και με πιο απώτερο σκοπό, τότε συνεχίζεις στο ίδιο επίπεδο και ακόμα υψηλότερο.

Με βάση ποια κριτήρια αλήθεια, τις επιλέγετε;

Το νούμερο ένα για μένα είναι πάντα οι συνεργάτες. Αυτοί είναι που θα σε στηρίξουν στα δύσκολα. Αν είναι επαγγελματίες και γνώστες του αντικειμένου, θα σε προστατέψουν κιόλας. Το δεύτερο είναι σίγουρα το έργο. Το τι έχεις να πεις δηλαδή στον κόσμο.

Στον «Σασμό» του Alpha τι σας έκανε να θέλετε να συμμετέχετε;

Το σημαντικότερο ήταν οι συμπαίκτες μου και έπειτα φυσικά η ιστορία του μυθιστορήματος που στηρίζει το όλο εγχείρημα.

Υποδύεστε τον Μαθιό. Τι αγαπάτε περισσότερο σε αυτό τον χαρακτήρα και ποια στοιχεία του αντίστοιχα σας βρίσκουν εκ διαμέτρου αντίθετο;

Το να ηθικολογείς απέναντι σε ένα ήρωα μυθοπλασίας είναι περίεργο… Κι αυτό γιατί μπορεί να κάνεις λάθη. Ας πούμε για παράδειγμα, δεν μπορείς να πεις αν ο Ριχάρδος ο 3ος είναι καλός ή κακός. Νομίζω λοιπόν πως ένας ήρωας μυθοπλασίας έχει γοητεία σε όλα του τα χαρακτηριστικά. Άλλωστε υπάρχουν μέσα μας αλλά είναι σε διαφορετικό βαθμό ανεπτυγμένα. Σκοπός του ηθοποιού είναι να ανακαλύψει αυτά τα στοιχεία που έχει μέσα του ο ήρωας και όταν έρθει η κατάλληλη στιγμή να τα αναπτύξει ανάλογα, ώστε να τον ερμηνεύσει.

Στους ήρωες που ενσαρκώνετε χρησιμοποιείτε στοιχεία από τον δικό σας χαρακτήρα;

Φυσικά. Δεν μπορείς να ενσαρκώσεις ένα χαρακτήρα που να μην έχει καθόλου στοιχεία από εσένα τον ίδιο. Πάντα παίρνεις από εσένα. Εγώ ας πούμε, πάντα προσθέτω κάτι από τη ζωή μου στο ρόλο. Αυτό που όμως δεν κάνω είναι να βάζω τον ρόλο στη ζωή μου.

Πως επηρέασε την καθημερινότητά σας ως Δημήτρη, η αγάπη αυτή και γενικότερα η αναγνωρισιμότητα;

Απολαμβάνω πολύ που μου δείχνει την αγάπη του. Αυτό που με ευχαριστεί περισσότερο από όλα όμως είναι που ο κόσμος μου μιλάει πολύ για την υποκριτική. Βλέπω ότι δεν μένει απλά σε μία εξωτερική εμφάνιση και τον ενδιαφέρει ο τρόπος που υποδύομαι έναν χαρακτήρα. Μου αρέσει πολύ που μου το λένε άνθρωποι κάθε ηλικίας, από μικρά παιδιά μέχρι και ηλικιωμένοι. Αυτό είναι τεράστια επιβράβευση για μένα. 

Έχετε στο βιογραφικό σας μία εικοσαετή πορεία που θα ζήλευαν πολλοί. Πότε ήταν η τελευταία φορά που είπατε στον εαυτό σας «Μπράβο Δημήτρη, καλά τα πας…»;

Σήμερα το πρωί! Γενικά προσπαθώ να είμαι ήρεμος. Πιθανότατα παίζει ρόλο και η ηλικία στο να μπορώ να το καταφέρνω αυτό. Γιατί για να φτάσω στο σήμερα έχω περάσει από διάφορα σημεία. Απογοητεύσεις, επιτυχίες, ξέρεις… Δεν ξέρω πως και αν θα μπορούσα να διαχειριστώ όσα συμβαίνουν πλέον με την αναγνωρισιμότητα και την επιτυχία, αν ήμουν ας πούμε 20 χρονών. Δουλεύω βέβαια πάρα πολλά χρόνια. Και μετά από όλη αυτή τη σκληρή δουλειά μου συνέβη. Δεν σκόνταψα τυχαία σε αυτή την τελευταία ερμηνεία…

Νιώθω ότι διανύετε μία πολύ δημιουργική περίοδο…

Πράγματι! Θέλω να είμαι συγκεντρωμένος στην περιοδεία, να είμαι υγιής για να μπορώ να αποδώσω όσο το δυνατόν καλύτερα για τον κόσμο που έρχεται να με δει και με το καλό να ξεκινήσω τα γυρίσματα μου για το «Σασμό». Είμαι ευτυχής!