Η αφορμή γι αυτή την υπέροχη κουβέντα ήταν η θρυλική κωμωδία «Μπαμπάδες με Ρούμι» που για ολόκληρο το καλοκαίρι θα περιοδεύει ανά την Ελλάδα. Το ραντεβού μας ήταν τηλεφωνικό, κάπου ανάμεσα στα μεσημεριανά 40αρια του καλοκαιριού και στις πρόβες της. «Μίλησα και με τους γονείς μου στην Καρδίτσα», της λέω, «και μου είπαν ότι στη Θεσσαλία βράζει ο τόπος!»
«Tι δουλειά έχεις εσύ με την Καρδίτσα;», μου απαντά.
Για να μην πλατιάζω και σας κουράζω με την Κωντανστίνα Μιχαήλ, εκτός από την αγάπη για το θέατρο και τη ζωή, μας ενώνουν και οι ρίζες μας, μιας και καταγόμαστε από το ίδιο χωριό. Το πανέμορφο, Φανάρι Καρδίτσας!
Συνέντευξη στη Λιάνα Μπουκουβάλα
Πηγαίνεις καθόλου;
Θέλω γιατί το αγαπώ πολύ αυτό το μέρος, αλλά με τις υποχρεώσεις και τους γρήγορος ρυθμούς της καθημερινότητας, έχω καιρό να πάω. Είναι μια ομορφιά το χωριό μας! Το κάστρο, η γραφικότητα, η πλατεία… Έχω τόσα να θυμάμαι από εκεί!
Δεν έζησες εκεί όμως έτσι;
Όχι, όχι. Γεννήθηκα στη Ρόδο όπου έζησα μέχρι την ηλικία των 4 ετών, μιας και ο πατέρας μου ήταν στρατιωτικός. Στην Αθήνα μετακομίσαμε όταν ήμουν 8 ετών και δεν φύγαμε ποτέ.
Πως ήταν να μεγαλώνει ένα παιδί με τόσο έντονο ταμπεραμέντο και καλλιτεχνικό πνεύμα, σε ένα απόλυτα πειθαρχημένο περιβάλλον;
Η πείρα μου αλλά και τα παραδείγματα που έχω από φίλους συναδέλφους μου έχουν δείξει ότι μέσα σε τέτοια περιβάλλοντα αναπτύσσεται πιο εύκολα ένας καλλιτέχνης. Γιατί η πίεση και η πειθαρχία γενικότερα, το στένεμα των ορίων, όπως και στη δική μου περίπτωση, ιντριγκάρει τη φαντασία και αυξάνει την ανάγκη για ανεξαρτησία. Έτσι νομίζω ότι συμβαίνει… Δυσκολεύεσαι μεν, αλλά μέσα από τη δυσκολία βγαίνει η τέχνη.
Αυτή η σχεδόν «νομαδική» ζωή που ζούσες ως παιδί λόγω των μεταθέσεων είναι κάτι που απολαμβάνεις να κάνεις μέχρι σήμερα αφού όπως έχω διαβάσει, αγαπάς πολύ τα ταξίδια. Τι είναι αυτό που σε εντυπωσιάζει τόσο στο να αλλάζεις μέρη, παραστάσεις και συνθήκες;
Πράγματι μου αρέσει πολύ να ταξιδεύω και είμαι τυχερή γιατί έχω φίλους που με προσκαλούν συχνά σε όλα τα μέρη της Ελλάδας. Οπότε κάπως έτσι νιώθω ότι κατοικώ παντού και όχι μόνο στο κέντρο της Αθήνας! Μου αρέσει αυτή η διαδικασία. Μου δίνει την αίσθηση πως αυξάνεται ο χρόνος στη ζωή μου. Η ρουτίνα τον κάνει να μικραίνει, όλα μοιάζουν ποιο σύντομα. Η περιπέτεια κάνει τη ζωή να φαντάζει εκτός από πιο ενδιαφέρουσα και μεγαλύτερη. Είμαι ένας τύπος ανθρώπου που θέλει να ζήσει και να κάνει όσα περισσότερα πράγματα μπορεί στη ζωή του! Το να ταξιδεύω λοιπόν και να βλέπω νέα μέρη, να γνωρίζω νέους ανθρώπους κλπ, μου δίνει την αίσθηση της ελευθερίας, της συνέχειας, της εξέλιξης. Με κάνει να νιώθω ότι προοδεύω.
Η σταθερότητα είναι κάτι που σε αφήνει αδιάφορη ακόμη, κι αν μιλάμε για την προσωπική ζωή;
Είμαι σταθερή σε αξίες, είμαι σταθερή στη συνείδησή μου. Είμαι σταθερή σε αγάπες, σε προτιμήσεις, σε φιλίες, στην οικογένεια. Η αστάθεια σε αυτές τις έννοιες, μου προκαλεί άλλο άγχος. Μου αρέσει να αλλάζω, αλλά σταθερά! Και για να γίνει αυτό πρέπει να υπάρχουν οι απαραίτητες βάσεις. Αυτό σημαίνει και το όνομά μου στα λατινικά. Σταθερότητα και αντοχή. Για να μπορέσω να δημιουργήσω λοιπόν, χρειάζομαι και την απαραίτητη σταθερότητα. Απλώς δεν είμαι της ρουτίνας. Όταν κάτι αρχίζω και το συνηθίζω, με βαριέμαι. Και νομίζω είναι λογικό.
Επέλεξες ένα επάγγελμα ωστόσο με μεγάλη ανασφάλεια…
Δεν μπορείς να λειτουργείς στη ζωή σου σε όλα επιζητώντας μόνο την ασφάλεια και τη σταθερότητα. Γιατί έτσι δεν μπορείς να πετάξεις, δεν μπορείς να δημιουργήσεις. Αυτό που πρώτα σε κινεί στη ζωή, εμένα τουλάχιστον, ήταν το πως θέλω να περάσω το υπόλοιπο της ζωής μου. Πως δηλαδή θέλω να ζήσω τα επόμενα δέκα χρόνια. Γιατί έτσι βγάζω εγώ το πλάνο, ανά δεκαετία. Οπότε διάλεξα αυτό που μου φλογίζει την καρδιά και το μυαλό για να κάνω. Επέλεξα να κάνω το όνειρό μου πραγματικότητα και να ασχοληθώ με την υποκριτική. Η σταθερότητα σε αυτό το επάγγελμα, ήταν το τελευταίο που με απασχολούσε. Απασχολούσε ίσως τον πατέρα μου και την οικογένεια μου γενικότερα, μα όμως μόνο στην αρχή.
Τι αγαπάς περισσότερο σε αυτή τη δουλειά και τι αντίστοιχα σε εκνευρίζει αφόρητα;
Το ίδιο πράγμα που με έλκει σε αυτή τη δουλειά, το ίδιο πράγμα είναι και που με απωθεί. Κι αυτό είναι οι άνθρωποι. Η δουλειά μας απαιτεί να συναναστρεφόμαστε με πολλούς διαφορετικούς ανθρώπους, με διαφορετικούς χαρακτήρες και ψυχοσυνθέσεις. Κάθε έξι μήνες, μπορεί και λιγότερο, θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε καινούργιες ψυχολογίες, καινούργιους ανθρώπους. Και να συνεργαστούμε μαζί τους αρμονικά. Αυτό δεν είναι πάντοτε εύκολο…
Εσύ πως το έχεις καταφέρει;
Αποδέχομαι ότι μπορεί να μην ταιριάζω απόλυτα με όλους και κάνω απλώς τη δουλειά μου. Αλλά αυτό είναι και το μαγικό. Γιατί όταν καταφέρνεις τελικά να γίνει σωστά η δουλειά, βλέπεις ότι περνά καλά ο κόσμος, γιατί γι αυτόν γίνονται όλα, τότε αυτό το αίσθημα καταλαγιάζει. Δεν είναι εύκολο αλλά με την ωριμότητα των χρόνων γίνεται. Γιατί είμαι πολλά χρόνια σε αυτή τη δουλειά και μου έχουν συμβεί πολλά. Μου έχει τύχει για παράδειγμα επειδή με είχαν προϊδέασει για κάποιους, να έχω αποκτήσει μια άμυνα και εν τέλει να έχω εκπλαγεί πολύ ευχάριστα από αυτούς τους ανθρώπους. Και το αντίστροφο. Να έχω συνεργαστεί με ανθρώπους δηλαδή που ο κόσμος θεωρεί ότι είναι υπέροχοι, κι εγώ να μην το βρήκα μαζί τους. Αυτά συμβαίνουν.
Όταν η επιτυχία σου χτύπησε για πρώτη φορά την πόρτα ήσουν ακόμη σχεδόν στα πρώτα σου βήματα. Ένιωσες δικαίωση μέσα από αυτή για όσους ενδεχομένως δεν σε πίστευαν ή σε αδίκησαν;
Δεν ήμουν σχεδόν στα πρώτα μου βήματα. Ήταν κυριολεκτικά στην πρώτη δουλειά που έκανα βγαίνοντας από τη σχολή. Όσον αφορά στη δικαίωση, δεν είμαι τέτοιος άνθρωπος. Δεν το αντιμετωπίζω έτσι. Εγώ τότε ένιωθα ότι είμαι στη φωτιά και καίγομαι. Δεν καταλάβαινα τι μου γινόταν. Ήμουν σαν ένα ψάρι έξω από το νερό με πολύ δύσκολη ψυχολογία και προσπάθησα να σώσω ότι σωζόταν.
Κάπου διάβασα ότι κοιμάσαι σχετικά λίγο και ξυπνάς πολύ πρωί για να μην χάνεις τη μέρα!
Η ζωή περνά γρήγορα θα συμπλήρωνα εγώ, οπότε ας την αρπάξουμε από τα μαλλιά! Αλήθεια, ποια η σχέση σου με το χρόνο που περνά; Η αλήθεια είναι ότι το πρωινό ξύπνημα δεν μου είναι εύκολο. Υπήρξαν διαστήματα που το προσπάθησα, να ξυπνάω δηλαδή πρωί, να κάνω γυμναστική, διαλογισμό κλπ για να έχω όλη την ημέρα μπροστά μου μετά, αλλά δεν δουλεύει πάντα και έτσι επέλεξα να μην με ζορίζω. Όσον αφορά στον χρόνο που περνά, είναι πάρα πολύ δύσκολη υπόθεση για να τη συζητήσεις. Υπάρχουν στιγμές που νιώθω ότι περνά υπερβολικά γρήγορα κι άλλες σχεδόν βασανιστικά αργά. Έτσι προσπαθώ να τον εκμεταλλεύομαι όσο γίνεται. Είναι σαν ένα συνεχές κυνήγι. Με κυνηγάει εκείνος, τον κυνηγάω κι εγώ. Τον περπατάω με την αίσθηση μιας νέας γυναίκας στο μυαλό και στην καρδιά, και παράλληλα ενός μεσήλικα που όσο και να θέλει, δεν μπορεί να αψηφήσει τους αριθμούς…
Σε επίπεδο εξωτερικής εμφάνισης ως γυναίκα;
Ασχολούμαι με τον εαυτό μου, μου αρέσει η ομορφιά και η μόδα, αλλά τα κάνω για να με ξεκουράζουν και να μου προκαλούν χαρά. Όχι για να με βαραίνουν. Δεν θα πρέπει να διαλέγουμε ανθρώπους από την εικόνα τους. Η εικόνα παύει να είναι γοητευτική όταν δεν στηρίζεται και σε εσωτερική ομορφιά.
Φέτος το καλοκαίρι, μετά από έναν πολύ δυνατό χειμώνα με την παράσταση «Σεβάς Χανούμ» σε συναντάμε στην θρυλική κωμωδία των Θανάση Παπαθανασίου και Μιχάλη Ρέππα, «Μπαμπάδες με Ρούμι». Τι ήταν αυτό που σε έκανε να θέλεις να συμμετέχεις σε αυτή τη δουλειά;
Αρχικά η ίδια η δουλειά. Έπειτα το ότι με φώναξε η Βίκυ Σταυροπούλου και ο Χρήστος Χατζηπαναγιώτης γιατί ήθελα πάρα πολύ να δουλέψω μαζί τους. Το έργο αυτό είναι μία ξεκαρδιστική κωμωδία γραμμένη από το εκπληκτικά ταλαντούχο δίδυμο Παπαθανασίου – Ρέππα, που επίσης δεν είχα συνεργαστεί και ήθελα οπωσδήποτε να το κάνω.
Το γεγονός ότι η παράσταση αυτή κάνει αλλεπάλληλα sold out ήταν κάτι που σας ιντρίγκαρε περισσότερο προκειμένου να πείτε το «ναι» όταν σας έγινε η πρόταση;
Αυτή η παράσταση έχει πράγματι, αγαπηθεί αποδεδειγμένα από το κοινό. Όταν είσαι απαλλαγμένος λοιπόν από την επιτυχία γιατί ξέρεις ότι κάτι θα παέι καλά, είναι ακόμα πιο εύκολα και διασκεδαστικά τα πράγματα.