Η ηθοποιός Βίκυ Βολιώτη είναι ένα ξεχωριστό πλάσμα. Μία άκρως ερωτεύσιμη γυναίκα, όχι όμως απλά επειδή είναι όμορφη. Μα γιατί είναι έξυπνη, καλλιεργημένη και πατά γερά στα πόδια της. Μετά από ένα γεμάτο καλοκαίρι με περιοδείες αλλά και διακοπές με τον σύζυγό της και την κόρη της, Άννα, φέτος το χειμώνα τη συναντάμε για δεύτερη χρονιά να ερμηνεύει αλλά και να σκηνοθετεί τον μονόλογο «Ιζαμπέλ Ρεμπώ, ο δικός μου Αρθούρος», στο Μικρό Ανεσις.
Συνέντευξη στη Λιάνα Μπουκουβάλα
Ποια ήταν η πρώτη σκέψη σας για τον ρόλο και πώς προσεγγίσατε τον χαρακτήρα της Ιζαμπέλ ερμηνευτικά;
Να διευκρινίσω αρχικά πως ναι μεν είναι ο δεύτερος χρόνος, αλλά ουσιαστικά είναι μια καινούρια παράσταση. Πέρυσι ήταν σε άλλο χώρο σε μια διαφορετική, ιδιαίτερη συνθήκη. Σε ένα σπίτι, ένα σαλόνι, που δημιουργήθηκε για να καλέσω τους φίλους της Ρεμπώ και να τους διηγηθώ την ιστορία μου. Φέτος είναι μία εντελώς διαφορετική παράσταση. Μία καινούρια δουλειά. Είναι μια νέα προσέγγιση, ακόμα και σκηνοθετικά και αυτό ήταν και δημιουργικά ενδιαφέρον. Το να δω το ίδιο κείμενο με διαφορετική οπτική, ωστόσο, δεν ήταν καθόλου εύκολο. Δυσκολεύτικα αρκετά μέχρι να βρω το κλειδί που θα με οδηγούσε στο να ανοίξω την πόρτα σε αυτή τη νέα περιπέτεια. Ευτυχώς το βρήκα και είμαι πολύ πολύ χαρούμενη γιατί όσοι το είδαν και πέρυσι και φέτος, μου ανέφεραν πως στο θέατρο Άνεσις λειτουργεί πιο καταλυτικά στον θεατή.
Τι ήταν αυτό που σας συγκίνησε περισσότερο στο ρόλο όταν κάνατε την πρώτη ανάγνωση;
Αυτό που αγάπησα περισσότερο στο συγκεκριμένο έργο όταν μου το έφερε η Ευσταθία πριν περίπου 2 χρόνια, ήταν το πόσο άμεσα μιλάει στο θεατή. Αυτό είναι και το πρώτο πράγμα που αισθάνθηκα. Είναι ένα κείμενο βαθιά εξομολογητικό, μιας και έτσι είναι γραμμένο. Με τη μορφή μιας εξομολόγησης αυτής της γυναίκας στους θεατές. Είναι σαν η Ιζαμπέλ Ρεμπώ να έχει συνοδοιπόρους σε αυτήν την εξομολόγηση τους θεατές και αυτό δημιουργεί μια αίσθηση συντροφικότητας αν και οξύμωρο να συμβαίνει αυτό σε έναν μονόλογο. Αυτό λοιπόν ήταν το πρώτο πράγμα που αισθάνθηκα: «Θεέ μου, τι εκ βαθέων εξομολόγηση είναι αυτή…». Αυτός ήταν και ο λόγος που μου το πρότεινε η Ευσταθία αλλά και που αποφάσισα να παίξω αυτόν τον ρόλο και να το σκηνοθετήσω. Είναι δύσκολο σε έναν μονόλογο να αυτοσκηνοθετείσαι, αλλά δεν μπορούσα να το δω διαφορετικά. Ειδα λοιπόν αυτά τα δυο χαρακτηριστικά συνδυαστικά γιατί επιπλέον αισθάνθηκα μέσα από την Ιζαμπέλ Ρεμπώ και τη δική μου προσωπική εξομολόγηση. Είδα και δικά μου προσωπικά κομμάτια που με αντιπροσωπεύουν βαθιά σε αυτόν τον μονόλογο.
Τι διαφορές θα εντοπίσει το κοινό φέτος σε σχέση με πέρυσι στην παράσταση;
Καταρχάς η συνθήκη του «καλώ τον κόσμο στο σαλόνι του σπιτιού μου», δεν υπάρχει πλέον. Φέτος βρίσκομαι σε έναν θεατρικό χώρο, στον οποίο κλήθηκα να βρω έναν άλλο κόσμο που θα συμπεριλάβει την Ιζαμπέλ Ρεμπώ και την παράσταση. Κατά συνέπεια έχουν αλλάξει πολλά. Έχει αλλάξει μοιραία το σκηνικό, τα κοστούμια αλλά και η σκηνοθεσία γιατί άλλαξε η αρχική ιδέα. Ωστόσο αυτό που έχει παραμείνει ίδιο είναι η διάδραση με το κοινό αφού είναι σα να συμμετέχει στο έργο με έναν τρόπο. Είναι ένας σιωπηλός συμπρωταγωνιστής.
Ποιος ήταν ο λόγος που αποφασίσατε να αλλάξετε τον χώρο που παίζεται η παράσταση;
Αρχικά ένα ζήτημα ήταν η χωρητικότητα. Φανταστείτε πως πέρυσι ήταν σαν να καλούσε κάποιος καλεσμένους στο σπίτι του. Όπως αντιλαμβάνεστε ο αριθμός των θεατών ήταν αρκετά περιορισμένος. Για την ακρίβεια, με το ζόρι χωρούσαν 37 άτομα! Παράλληλα, είχα κι εγώ την ανάγκη να έρθω πιο κοντά στο κέντρο και να δοκιμάσω το κείμενο σε έναν αμιγώς θεατρικό χώρο. Είμαι πολύ χαρούμενη που το αποφασίσαμε και που το κάναμε γιατί λειτουργεί…
Τι ήταν αυτό που σας συγκίνησε περισσότερο στο ρόλο όταν κάνατε την πρώτη ανάγνωση;
Πάρα πολλά πράγματα με συγκίνησαν στο έργο αυτό. Είναι ένα έργο που μιλάει για τους ανθρώπους που ζουν στο περιθώριο, στη σκιά και που δεν τραβούν την προσοχή, δεν πάσχουν από ναρκισσισμό αλλά αρκούνται και είναι ευτυχισμένοι με το να βρίσκονται στο ημίφως. Με συγκίνησε βαθιά γιατί μιλάει για τους ανθρώπους εκείνους που κόντρα στην ανατροφή τους, στο περιβάλλον στο οποίο ζουν, στην οικογένεια τους, αποφασίζουν να κάνουν το μεγάλο βήμα της υπέρβασης του εαυτού τους και να γίνουν καλύτεροι άνθρωποι. Να ανοίξουν το μυαλό τους, να ελευθερώσουν τη σκέψη τους και να μπορέσουν να κατανοήσουν τη διαφορετικότητα τους όχι μέσα από τον εαυτό τους, αλλά μέσα από το διαφορετικό των άλλων ανθρώπων. Κάτι που σπάνια κάνει κάποιος πλέον σήμερα. Αντιθέτως στις σχέσεις μας δίνουμε περισσότερη σημασία στο αν ο άλλος θα ανταποκριθεί σε αυτό που θέλουμε εμείς, σε αυτό που αρέσει σε εμάς και δεν προσπαθούμε να κατανοήσουμε γιατί σκέφτεται διαφορετικά από εμάς. Αν δεν σκέφτεται σαν εμάς, τον απορρίπτουμε. Αυτό δεν συμβαίνει μόνο στις εργασιακές ή κοινωνικές μας σχέσεις, συμβαίνει και στις ερωτικές. Θέλουμε ο σύντροφός μας να δρα και να υπάρχει όπως εμείς επιθυμούμε. Επιλέγουμε συντρόφους με βάση το αν κάνουν αυτό που θέλουμε εμείς. Αν ανταποκρίνονται σε αυτό που εμείς πιστεύουμε ότι είναι το σωστό. Αυτό λοιπόν που μου έκανε εντύπωση σε αυτή την γυναίκα, που είναι ένα υπαρκτό πρόσωπο, είναι το πως προσπαθεί να κατανοήσει τον αδερφό της, αγαπώντας και λατρεύοντας τον. Προσπαθεί να κατανοήσει το τόσο διαφορετικό από αυτή και τα κοινωνικά δεδομένα της εποχής. Και το κατάφερε. Συγχώρεσε την λοιδωρία και το σκάνδαλο που υπέστη η οικογένεια της εξαιτίας του αδερφού της. Τον αποδέχτηκε πλήρως και τον αγάπησε για αυτό που ήταν.
Μέσω αυτής της δουλειάς παρουσιάζεται μια διαφορετική οπτική του µεγάλου ποιητή, όπως δεν τον ξέραµε µέχρι τώρα. Εσείς η ίδια μελετώντας τον Ρεμπώ ανακαλύψατε πράγματα για εκείνον που ενδεχομένως δεν γνωρίζατε; Κι αν ναι, ποια;
Καταρχάς ήταν μεγάλη έκπληξη για εμένα που ανακάλυψα την αδερφή του. Δεν γνώριζα την ύπαρξη της, όπως και οι περισσότεροι, παρότι χρωστάμε σε αυτή ότι γνωρίζουμε για το έργο του. Ο Ρεμπώ σταμάτησε να γράφει στα είκοσι του χρόνια. Έγραψε αυτήν την σπουδαία ποίηση από τα δεκαέξι μέχρι τα είκοσι. Μετά τα είκοσι όχι μόνο δεν έγραψε, αλλά ούτε ασχολήθηκε με τα ποιήματα και τα έργα του, ουσιαστικά αδιαφορώντας για το τι έχουν απογίνει. Δεν απάντησε ποτέ σε αιτήματα εκδοτών, αναλυτών, λογοτεχνών και άλλων που ήθελαν να αναλύσουν το έργο του ή να συνομιλήσουν μαζί του και έφυγε από τη Γαλλία. Μέχρι το θάνατό του λοιπόν, έφυγε πολύ νέος στα 37 του χρόνια, δεν έχει ουσιαστική επαφή με τη Γαλλία, ούτε και με την ποίηση. Όταν πέθανε και μετά από αυτό τον ταραχώδη βίο και την σκανδαλώδη ζωή που ουσιαστικά τον απέκλεισε από την κοινωνία, η αδερφή του η Ιζαμπέλ έβαλε σκοπό της ζωής της όχι μόνο να συλλέξει το έργο του, όχι μόνο να μάθει τα πάντα γι αυτό, αλλά κυρίως να επανασυστήσει το έργο του στο κοινό, να αποκαταστήσει το όνομα του και ουσιαστικά να τον φέρει ξανά στην σφαίρα του ενδιαφέροντος. Σε αυτήν οφείλουμε το ότι σήμερα γνωρίζουμε τα ποιήματα του. Μιλάμε για μια γυναίκα που δεν γνώριζε καν την ποίηση του. Μια γυναίκα που μεγάλωσε στην βαθιά γαλλική επαρχία, κοντά στα σύνορα με το Βέλγιο, με ελάχιστη παιδεία και μόρφωση, η οποία πολύ αργότερα κατάφερε να έρθει σε επαφή με την ουσία της ποίησης του. Άργησε να ανακαλύψει τι είχε γράψει ο αδερφός της. Η λατρεία της γι αυτόν την οδήγησε εκεί.
Η Ιζαμπέλ μεγάλωσε χωρίς καλλιέργεια, χωρίς σχολείο και ελευθερία, ωστόσο, αυτή η γυναίκα, μπόρεσε να ανοίξει το μυαλό της και να αποδεχτεί τη διαφορετικότητα του αδελφού της. Ερχόμενοι στο σήμερα, γιατί εκεί έξω άνθρωποι σαν την «Ισαμπέλ» σπανίζουν;
Η Ιζαμπέλ ήταν μια γυναίκα που μεγάλωσε σε ένα συντηρητικό περιβάλλον, με την μητέρα της να είναι ένας πολύ κακός άνθρωπος, σε ένα ασφυκτικό περιβάλλον θα έλεγα, σε μια κοινωνία πολύ κλειστή, σε μια μικρή επαρχιακή πόλη και κατάφερε αυτό που ακόμα οι περισσότεροι από εμάς, που είμαστε μορφωμένοι, ζούμε στο σήμερα, έχουμε πολλές προσλαμβάνουσες, μεγαλύτερη ενημέρωση και πληροφόρηση, δεν μπορούμε να κάνουμε. Κατάφερε να ανοίξει το μυαλό της και να κατανοήσει την διαφορετικότητα των ανθρώπων και να μην την κρίνει. Σπανίζουν στις μέρες μας άνθρωποι σαν την Ιζαμπέλ Ρεμπώ. Έχουμε συνηθίσει να αναμασάμε πράγματα που μας έρχονται στην καθημερινότητα μας ως θέσφατα και δεδομένα από τις προηγούμενες γενιές. Η κριτική σκέψη έχει πάψει προ πολλού να μας ενδιαφέρει. Στο σχολείο για παράδειγμα, η κριτική σκέψη δεν είναι επιθυμητή. Θέλουμε απλώς να παπαγαλίζουν τα παιδιά. Οι άνθρωποι δεν ενδιαφέρονται για την μόρφωση, την καλλιέργεια και την εκπαίδευση, που είναι ένας από τους πιο βασικούς λόγους για να μπορεί κάποιος να σκέφτεται και να υπάρχει. Ζούμε «στον αυτόματο», χωρίς να αναρωτιόμαστε πολλά – πολλά, χωρίς να θέλουμε να ενημερωθούμε για το οτιδήποτε. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να υπάρχουν άνθρωποι που απλώς περνούν από τη ζωή, χωρίς να έχουν την ανάγκη ή την επιθυμία και τον πόθο να πάνε ένα βήμα παραπέρα. Να ανατρέψουν τα δεδομένα τους, να είναι περίεργοι να δουν τι υπάρχει και πίσω από τις πολλές κλειστές πόρτες που είναι γύρω τους.
Εκείνη την εποχή ήταν δεδομένο ότι οι γυναίκες απαγορεύεται να ονειρεύονται, να επιθυμούν, να διεκδικούν και οφείλουν να σκέφτονται και να συμπεριφέρονται όπως τους υποδεικνύει ο κοινωνικός τους περίγυρος. Σήμερα αρκετά χρόνια μετά και βλέποντας τον αριθμό των γυναικοκτονιών συνεχώς να αυξάνεται πόσο τελικά έχει αλλάξει η θέση της γυναίκας στην κοινωνία;
Όχι πολύ, δυστυχώς. Αν και έχουν γίνει βήματα μπροστά, έχουμε ακόμα αρκετό δρόμο να διανύσουμε. Ξέρετε η σκέψη είναι κάτι που περνά από γενιά σε γενιά και δεν είναι εύκολο να απαγκιστρωθούμε από την διαστρέβλωση που έχει υποστεί η σκέψη μας γύρω από αυτό το ζήτημα των έμφυλων προτύπων. Άκουσα κάπου και μου έκανε εντύπωση γιατί δικαιολογεί πολλά πως εάν ένας πατέρας έχει μια δεξιότητα κάπου, ας πούμε είναι πολύ καλός οδηγός αγωνιστικών αυτοκινήτων, αυτή η δεξιότητα πιθανότατα μπορεί να περάσει στα παιδιά του. Ότι δηλαδή προσπαθούμε να αποκτήσουμε και να εξελίξουμε εμείς, μπορεί να περάσει στην επόμενη γενιά. Κληρονομούμε κατά κάποιον τρόπο αυτό που οι γονείς μας έχουν μάθει να κάνουν καλά. Δεν είναι απόλυτο αυτό, αλλά υπάρχει μέγαλη πιθανότητα να το κληρονομήσει και το παιδί. Καταλαβαίνετε λοιπόν πως δεν ισχύει μόνο για τα θετικά αλλά και για τα αρνητικά… Οπότε έχουμε μεγάλη ευθύνη οι γονείς, για το τι περνάμε στα παιδιά μας.
Είστε μητέρα ενός κοριτσιού. Ποιες οι αγωνίες σας για το μέλλον της;
Θέλω να καταφέρει να μεγαλώσει καλά και να ζήσει μια ζωή που να της προσφέρει όσα μου πρόσφερε εμένα. Και δεν μιλώ για υλικά αγαθά. Θέλω να μπορεί να κολυμπήσει σε μια καθαρή θάλασσα και να φάει ψάρια από αυτή. Να μπορεί να αναπνέει καθαρό αέρα και να περπατάει μέσα στα δάση. Να μην φοβάται για το αν θα επιζήσει από πλυμμήρες και καύσωνες. Θέλω επίσης να είναι δυνατή. Να μπορεί να αντιμετωπίσει τους φόβους της. Γιατί όλοι έχουμε φοβίες. Το θέμα είνα κατά πόσο τους επιτρέπουμε να μας καθηλώσουν.
Έχετε δηλώσει πως ήσασταν μια γυναίκα που δεν ονειρευόταν να φορέσει νυφικό και να γίνει μητέρα. Ωστόσο σήμερα είστε και σύζυγος αλλά και μαμά! Τι ήταν αυτό που σας έκανε να αλλάξετε γνώμη σχετικά;
Νυφικό δεν φόρεσα γιατί κάναμε πολιτικό γάμο! Χα,χα! Το αποφασίσαμε όταν ξεκινήσαμε τις διαδικασίες για να υιοθετήσουμε την Άννα. Αλλιώς δεν θα παντρευόμουν. Ίσα – ίσα που μου προκαλούσε πάντα μια αμηχανία να με σκέφτομαι με νυφικό. Όσον αφορά στην επιθυμία μου να γίνω μητέρα, προέκυψε μέσα από τη σχέση μου με τον τότε σύντροφο και νυν σύζυγο μου. Όταν βρίσκεις έναν σύντροφο και διαπιστώνεις πως δεν θα είσαι μόνη σου, αλλά θα είστε συνοδοιπόροι στη ζωή, αρχίζουν να φαίνονται πιο εύκολα τα πράγματα, οπότε μαζί συναποφασίσαμε την απόκτηση ενός παιδιού.
Η καταγωγή της κόρης σας είναι από την Αιθιοπία. Προς τιμήν σας έχετε μιλήσει για τις δυσκολίες που αντιμετωπίσατε ώσπου να ολοκληρωθεί η υιοθεσία. Σε έναν άνθρωπο που έχει αποφασίσει να γίνει γονιός με διακρατική υιοθεσία τι θα συμβουλεύατε και ποια ενδεχομένως τα tips που θα του δίνατε σχετικά;
Είναι πράγματι δύσκολος, αλλά όχι ακατόρθωτος αυτός ο δρόμος. Η χαρά και η ευτυχία που σου δίνει είναι τόσο μεγάλη, που σε κάνει να ξεχνάς όποια δυσκολία έχει προηγηθεί. Το να αποκτήσει κάποιος παιδιά και με ποια διαδικασία είναι μια προσωπική υπόθεση, οπότε οι δικές μου συμβουλές περισσεύουν. Το μόνο που ίσως θα έλεγα είναι πως θα ήταν καλό να μην αφήνουμε τους φόβους ή τις ανασφάλειες μας να επηρεάζουν τις αποφάσεις μας. Ο φόβος μας οδηγεί στο να θέλουμε παιδιά μόνο με τον παραδοσιακό βιολογικό τρόπο και μας αποτρέπει από το να υιοθετήσουμε ή να αποκτήσουμε μέσω παρένθετης μητέρας. Μπορεί δηλαδή να οδηγηθεί σε μια δύσκολη για το ζευγάρι και επίπονη για τη γυναίκα διαδικασία της εξωσωματικής. Είναι καλό να σκεφτόμαστε πιο ανοιχτά εφόσον το θέλουμε πραγματικά.
Παράλληλα διάβασα κάπου ότι σπουδάζετε στο τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και πως μάλιστα σκοπεύετε να συνεχίσετε τις σπουδές σας δίνοντας εξετάσεις στο τμήμα Ιστορίας Αρχαιολογίας. Θεωρείτε απαραίτητες τις ακαδημαϊκές γνώσεις προκειμένου να επιτύχει κάποιος στον χώρο σας;
Δεν ξέρω ακόμη εάν η κατεύθυνση μου θα είναι η Αρχαιολογία και η Ιστορία αλλά σιγουρα θα συνεχιστούν οι σπουδές μου. Είμαι πολύ ευτυχισμένη, χαρούμενη και γεμάτη που σπουδάζω και μαθαίνω νέα και ενδιαφέροντα πράγματα που δεν τα γνώριζα, και ας είναι τόσο κοντά στη δουλειά μου. Σκοπεύω να σπουδάζω για πολύ καιρό ακόμα! Οι ακαδημαϊκές σπουδές σε καμία περίπτωση δεν είναι απαραίτητες για τη δουλειά του ηθοποιού. Από την άλλη οι δραματικές σχολές είναι κάτι που δίνει γερά εφόδια, είναι ένα εργαλείο που θα βοηθήσει κάποιον να ωριμάσει σε αυτή τη δουλειά. Φυσικά τίποτα δεν είναι απόλυτο. Υπάρχουν ηθοποιοί που θα γίνουν σπουδαίοι χωρίς να χρειάζονται μια σχολή. Το ταλέντο παίζει επίσης τον ρόλο του αν και από μόνο του δεν θα σε πάει πολύ μακριά. Χρειάζεται, αλλά δεν φτάνει μόνο αυτό. Υπήρχαν άνθρωποι ταλαντούχοι που ξεκίνησαν καριέρα ηθοποιού αλλά στην πορεία δεν ήθελαν, δεν μπορούσαν ή δεν ήταν διατεθειμένοι να δουλέψουν όσο έπρεπε. Το επάγγελμα του ηθοποιού απαιτεί πάρα πολύ σκληρή δουλειά. Χρειάζεται να έχεις επιμονή, υπομονή και γερά νεύρα γιατί δεν είναι μια εύκολη δουλειά.
Τι σας δίνει χαρά μετά από μία κουραστική μέρα;
Να γυρίσω σπίτι μου και να χωθώ στην αγκαλιά της Άννας. Να είμαι μαζί της, να λέμε ιστορίες, να διαβάζουμε… Να βγω με φίλους να φάμε και να πιούμε ένα ποτήρι κρασί… Να επικοινωνήσουμε! Να βλέπω παραστάσεις, ταινίες… Αυτά τα απλά καθημερινά πράγματα μου δίνουν μεγάλη χαρά!
Πως αλήθεια, ονειρεύεστε να μεγαλώνει η Βίκυ μέσα στα χρόνια;
Θέλω να συνεχίσω να δουλεύω, να συνεχίσω να έχω την περιέργεια που έχω σήμερα για τη δουλειά μου και τη ζωή. Και προφανώς δεν εννοώ το κουτσομπολιό. Μου αρέσει πολύ να γνωρίζω καινούρια πράγματα, να έρχομαι σε επαφή με δημιουργούς με τους οποίους δεν έχω δουλέψει και να περνάω καλά μέσα από τη δουλειά. Έπειτα φυσικά να είναι καλά οι δικοί μου άνθρωποι, μιας και είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να είμαι καλά και εγώ. Να μπορώ να περνάω περισσότερο χρόνο στο χωριό μου και να φροντίζω τα δέντρα μου, να έχω ένα κοτέτσι και άλλα ζώα εκεί… Να μεγαλώνω απλά, ουσιαστικά και όμορφα…