Ποιοι είναι αυτοί οι διατροφικοί μύθοι;
Το γάλα σόγιας μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο καρκίνου του μαστού. Οι τροφές χωρίς λιπαρά είναι πιο υγιεινές από τις τροφές με πολλά λιπαρά. Οι vegan και οι χορτοφάγοι έχουν έλλειψη πρωτεΐνης. Είναι μόνο μερικές ψευδείς πεποιθήσεις για τη διατροφή, που συνεχίζουν ωστόσο να ανακυκλώνονται, παρά το γεγονός ότι επιστημονικά δεν έχουν καμία βάση. Πάνω σε αυτό το ζήτημα αποφάσισαν να γράψουν ένα άρθρο οι New York Times, κάνοντας μία απλή ερώτηση σε ειδικούς υγείας και διατροφής στις ΗΠΑ: «Ποιος είναι ο διατροφικός μύθος που θα θέλατε να εξαφανιστεί – και γιατί;».
Καλύτερα φρέσκα παρά κατεψυγμένα
Ενώ όλοι πιστεύουμε ότι το φρέσκο είναι πάντα το καλύτερο, έρευνες έχουν δείξει ότι «τα κατεψυγμένα, κονσερβοποιημένα και αποξηραμένα φρούτα και λαχανικά μπορούν να είναι εξίσου θρεπτικά με τα φρέσκα», δηλώνει η Sara Bleich, καθηγήτρια Δημόσιας Υγείας στη Σχολή Δημόσιας Υγείας του Χάρβαρντ. Προειδοποιεί ωστόσο ότι ορισμένες κονσέρβες, κατεψυγμένες συσκευασίες και αποξηραμένες ποικιλίες ενδέχεται να περιέχουν επιβλαβή συστατικά όπως πρόσθετα σάκχαρα, κορεσμένα λίπη και υψηλή περιεκτικότητα νατρίου, συνεπώς πρέπει να προσέχουμε πάντα τις διατροφικές ετικέτες και να επιλέγουμε προϊόντα που περιορίζουν αυτά τα συστατικά στο ελάχιστο.
Όλα τα λιπαρά είναι κακά
«Όταν μελέτες που δημοσιεύθηκαν στα τέλη της δεκαετίας του 1940 βρήκαν συσχετισμού μεταξύ διατροφής με υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά και υψηλών επιπέδων χοληστερόλης, οι ειδικοί υποστήριξαν ότι εάν μειώσουμε την ποσότητα των συνολικών λιπαρών στη διατροφή, ο κίνδυνος για καρδιακές παθήσεις θα μειωνόταν. Μέχρι τη δεκαετία του 1980, γιατροί, εμπειρογνώμονες υγείας, η βιομηχανία τροφίμων και τα Media διατείνονταν ότι μια δίαιτα χαμηλών λιπαρών θα μπορούσε να μας ωφελήσει όλους, παρόλο που δεν υπήρχαν αδιάσειστα στοιχεία ότι κάτι τέτοιο θα αποτρέψει προβλήματα όπως καρδιακές παθήσεις ή την εμφάνιση παχυσαρκίας», αναφέρει ο Dr. Vijaya Surampudi, επίκουρος καθηγητής ιατρικής στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, στο Λος Άντζελες και συνεχίζει: «Ως αποτέλεσμα, η δυσφήμιση των λιπαρών οδήγησε πολλούς ανθρώπους -και κατασκευαστές τροφίμων – να αντικαταστήσουν τις θερμίδες από το λίπος με θερμίδες από επεξεργασμένους υδατάνθρακες όπως το λευκό αλεύρι και την προσθήκη ζάχαρης. Αντί να βοηθήσουμε δηλαδή τους ανθρώπους να διατηρήσουν το βάρους και να παραμείνουν υγιείς, τα ποσοστά παχυσαρκίας, ειδικά στις ΗΠΑ, αυξήθηκαν σημαντικά».
Όπως διευκρινίζει ο Dr. Surampudi, φυσικά και δεν είναι όλα τα λιπαρά κακά. «Ενώ ορισμένοι τύποι λιπαρών, συμπεριλαμβανομένων των κορεσμένων και τρανς λιπαρών, μπορούν να αυξήσουν τον κίνδυνο για παθήσεις που αφορούν την καρδιά και τον εγκέφαλο, τα υγιή λιπαρά, όπως τα μονοακόρεστα (που βρίσκονται στην ελιά και άλλα φυτικά έλαια, το αβοκάντο και ορισμένους ξηρούς καρπούς και σπόρους) και τα πολυακόρεστα (που βρίσκονται στο ηλιέλαιο και σε άλλα φυτικά έλαια, στα καρύδια, στα ψάρια και στους λιναρόσπορους) συμβάλλουν στη μείωση του κινδύνου». Τα καλά λιπαρά είναι επίσης σημαντικά για την ενίσχυση της ενέργειας του οργανισμού, την παραγωγή σημαντικών ορμονών, την υποστήριξη της κυτταρικής λειτουργίας και τη βοήθεια στην απορρόφηση ορισμένων θρεπτικών συστατικών. Γι’ αυτό αν δείτε ένα προϊόν με την ένδειξη «χωρίς λιπαρά», μην υποθέσετε αυτομάτως ότι είναι υγιεινό. Αντίθετα, δώστε προτεραιότητα σε προϊόντα με απλά συστατικά και χωρίς πρόσθετα σάκχαρα.
Η παρανόηση για το φυτικό γάλα
Υπάρχει η αντίληψη ότι τα φυτικά γάλατα, όπως αυτά που παρασκευάζονται από βρώμη, αμύγδαλα, καρύδα και ρύζι μεταξύ άλλων, είναι πιο θρεπτικά από το αγελαδινό, το κατσικίσιο ή το πρόβειο για παράδειγμα. «Αυτό δεν είναι αλήθεια», λέει η Kathleen Merrigan, καθηγήτρια βιώσιμων συστημάτων τροφίμων στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο της Αριζόνα και πρώην αναπληρώτρια υπουργός Γεωργίας των ΗΠΑ και εξηγεί: «Αρκεί να παρατηρήσει κάποιος την περιεκτικότητα πρωτεΐνης: συνήθως, το αγελαδινό γάλα έχει περίπου 8 γραμμάρια πρωτεΐνης ανά φλιτζάνι, ενώ το γάλα αμυγδάλου έχει συνήθως περίπου ένα ή δύο γραμμάρια ανά φλιτζάνι και το γάλα βρώμης περίπου δύο ή τρία γραμμάρια. Επίσης, πολλά από τα φυτικά ροφήματα έχουν περισσότερα πρόσθετα συστατικά, όπως νάτριο και σάκχαρα, που επηρεάζουν αρνητικά την υγεία του οργανισμού».
Το αδυνάτισμα αφορά μόνο τις θερμίδες
«Είναι αλήθεια ότι εάν καταναλώνεις περισσότερες θερμίδες από όσες καις, πιθανότατα θα πάρεις βάρος. Και αν καις περισσότερες θερμίδες από όσες καταναλώνεις, πιθανότατα θα χάσεις βάρος, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα», αναφέρει ο Dr. Dariush Mozaffarian, καθηγητής διατροφής και ιατρικής στο Friedman School of Nutrition Science and Policy στο Πανεπιστήμιο Ταφτς με έδρα το Μέντφορντ της Μασαχουσέτης. Διευκρινίζει όμως ότι στο αδυνάτισμα δεν έχει σημασία μόνο η πρόσληψη θερμιδών, όσο και το τι τρως. «Οι τύποι τροφών που τρώμε είναι αυτοί που μπορεί να είναι οι μακροπρόθεσμοι οδηγοί μας για να είμαστε υγιείς και να έχουμε ένα φυσιολογικό βάρος. Δηλαδή τα επεξεργασμένα αμυλούχα σνακ, τα δημητριακά, τα κράκερ, οι ενεργειακές μπάρες μπορεί να αποδειχθούν ιδιαίτερα επιβλαβή τρόφιμα, καθώς πλημμυρίζουν την κυκλοφορία του αίματος με γλυκόζη, φρουκτόζη και αμινοξέα, τα οποία μετατρέπονται σε λίπος από το συκώτι». Τι πρέπει να κάνουμε για τη διατήρηση ενός υγιούς βάρους; Να μετατοπίσουμε τις προσπάθειές μας από τη μέτρηση των θερμίδων στην προτεραιότητα της υγιεινής διατροφής συνολικά – την ποιότητα έναντι της ποσότητας δηλαδή.
Οι λευκές πατάτες κάνουν κακό
«Οι πατάτες έχουν συχνά κατακριθεί στη διατροφική κοινότητα λόγω του υψηλού γλυκαιμικού τους δείκτη, που σημαίνει ότι περιέχουν εύπεπτους υδατάνθρακες που μπορούν να ανεβάσουν το σάκχαρο στο αίμα. Ωστόσο, οι πατάτες μπορούν πραγματικά να είναι ευεργετικές για την υγεία, αρκεί να καταναλώνονται με μέτρο και βραστές ή ψητές – όχι τηγανητές», σημειώνει η Daphene Altema-Johnson, υπεύθυνη προγράμματος για τη δημόσια υγεία στο Johns Hopkins Center for a Livable Future και συνεχίζει: «Είναι πλούσιες σε βιταμίνη C, κάλιο, φυτικές ίνες και άλλα θρεπτικά συστατικά, ειδικά όταν καταναλώνονται με τη φλούδα τους».
Από τα λαχανικά δεν παίρνεις πρωτεΐνη
«Από που πρέπει να παίρνω την πρωτεΐνη που χρειάζεται ο οργανισμός μου καθημερινά; Αυτή είναι η Νο. 1 ερώτηση που κάνουν οι χορτοφάγοι», λέει ο Christopher Gardner, διατροφολόγος και καθηγητής ιατρικής στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ. «Είναι μύθος ότι από τα λαχανικά λείπουν κάποια αμινοξέα, τα δομικά στοιχεία των πρωτεϊνών, ενώ στην πραγματικότητα, όλα τα φυτικά τρόφιμα περιέχουν και τα 20 αμινοξέα, συμπεριλαμβανομένων και των εννέα βασικών αμινοξέων που έχει ανάγκη ο ανθρώπινος οργανισμός για να λειτουργεί σωστά. Η διαφορά είναι ότι η αναλογία αυτών των αμινοξέων δεν είναι τόσο ιδανική όσο η αναλογία των αμινοξέων σε τρόφιμα ζωικής προέλευσης. Συνεπώς, οι vegan και οι χορτοφάγοι πρέπει απλώς να καταναλώνουν μια ποικιλία φυτικών τροφών κατά τη διάρκεια της ημέρας, όπως φασόλια, δημητριακά και ξηρούς καρπούς, που είναι πλούσια πηγή πρωτεΐνης».
Η σόγια αυξάνει τον κίνδυνο καρκίνου
Έρευνες έχουν δείξει ότι υψηλές ποσότητες φυτικών οιστρογόνων στη σόγια που ονομάζονται ισοφλαβόνες, διεγείρουν την ανάπτυξη κυττάρων όγκου του μαστού σε ζώα. «Ωστόσο, αυτή η σχέση δεν έχει τεκμηριωθεί σε ανθρώπινες μελέτες», υπογραμμίζει ο Dr. Frank B. Hu, καθηγητής και πρόεδρος του τμήματος διατροφής στη Σχολή Δημόσιας Υγείας του Χάρβαρντ, ρίχνοντας στο φως στον πώς κατασκευάζονται τελικά οι διατροφικοί μύθοι. «Μέχρι στιγμής, η επιστήμη κοινότητα δεν έχει βρει κάποια συσχέτιση μεταξύ της πρόσληψης σόγιας και του κινδύνου καρκίνου του μαστού στους ανθρώπους. Αντίθετα, η κατανάλωση τροφών και ροφημάτων με βάση τη σόγια, μπορεί να έχει προστατευτική επίδραση στην εμφάνιση του καρκίνου του μαστού, καθώς είναι πηγή ωφέλιμων θρεπτικών συστατικών που σχετίζονται με μειωμένο κίνδυνο καρδιακών παθήσεων, όπως πρωτεΐνες υψηλής ποιότητας, φυτικές ίνες, βιταμίνες και μέταλλα».