Στις αρχές της δεκαετίας του 1980 ένα πολύ έντονο και «θορυβώδες» αγόρι επέστρεψε από την Αμερική στην Ελλάδα. Βέβαια, αυτή δεν ήταν η πρώτη φορά που η ελληνική, καλλιτεχνική σκηνή είχε εντυπωσιαστεί από την ακαταμάχητη περσόνα του Βλάσση Μπονάτσου. Η συμμετοχή του στο θρυλικό ροκ συγκρότημα Πελόμα Μποκιού τη δεκαετία του ’70 και η μεγάλη επιτυχία τους «Γαρύφαλλε Γαρύφαλλε» είχε κάνει το κοινό να ψυλλιαστεί από νωρίς ότι βρίσκεται αντιμέτωπο με τη θυελλώδη στόφα ενός αυθεντικού ροκ σταρ. Ωστόσο, ήταν εκείνη η πτήση που έφερε το Μπονάτσο από τις ΗΠΑ στην Αθήνα για να συμμετάσχει στην οντισιόν για το μιούζικαλ «Evita» το οποίο ανέβαζε εκείνη την εποχή η Αλίκη Βουγιουκλάκη στο θέατρο Αλίκη, που έμελλε να είναι η αρχή της ένταξης του στο σύνολο του εγχώριου star system, ενός star system που έμελλε να αλλάξει και το ίδιο κάτω από το «βάρος» της δικής του προσωπικότητας. 

Φυσικά, ο Βλάσσης πήρε τον ρόλο. Η Αλίκη Βουγιουκλάκη είχε πει σε συνέντευξη της ότι εκείνη τη χρονιά ήταν η μοναδική φορά που κάποιος συμπρωταγωνιστής της απέσπασε πιο δυνατό χειροκρότημα από την ίδια. Όταν τη ρώτησαν αν αυτό την είχε ενοχλήσει εκείνη απάντησε πως δεν την ένοιαξε καθόλου γιατί χαιρόταν πάρα πολύ κάθε φορά που άτομα από τον θίασο της ξεχώριζαν και πήγαιναν καλά. Και ο Βλάσσης, που τότε υποδυόταν τον ρόλο του Τσε Γκεβάρα, το άξιζε. Από την άλλη, ίσως η Αλίκη να μην ερωτεύτηκε τον Μπονάτσο τη στιγμή που άκουσε εκείνο το εκκωφαντικό χειροκρότημα στην «Evita», όπως έχουν υποστηρίξει αρκετοί. Ίσως, ήδη να είχε αρχίσει να ερωτεύεται τη θύελλα που τον ακολουθούσε παντού, τη βροντερή, βραχνή φωνή του, τις πλάκες του που ήταν πάντα τόσο όσο έπρεπε. Τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο.

Η ιστορία λέει πως ο Μπονάτσος ήταν ο μοναδικός άνθρωπος που κατάφερε να βάλει όρια στην απόλυτη σταρ Αλίκη Βουγιουκλάκη. Κάποιοι υποστηρίζουν πως ήταν εκείνος που «της έβαλε τα δύο πόδια σε ένα παπούτσι». Δίχως κόπο, πόζα και τουπέ. 

Την επόμενη χρονιά οι δυο τους πρωταγωνιστούν και πάλι μαζί στο μιούζικαλ Βίκτωρ Βικτώρια, αλλά ο ίδιος δεν σταματά να ταξιδεύει για συναυλίες. Αγγλία, Αμερική και πάλι πίσω. Παράλληλα κυκλοφορεί δίσκους, ερμηνεύει τραγούδια σε γνωστές κινηματογραφικές παραγωγές, χωρίζει με τη Βουγιουκλάκη, αλλά έχει προλάβει πριν από αυτό να φροντίσει ώστε να αποκατασταθούν οι σχέσεις της με τον πρώην σύζυγό της Δημήτρη Παπαμιχαήλ. Είναι εκείνος, άλλωστε, που τους έπεισε να εμφανιστούν ξανά μαζί στη σκηνή. Στην πρεμιέρα του έργου «Εκπαιδεύοντας τη Ρίτα» λέγεται πως ο Μπονάτσος έκανε στον Παπαμιχαήλ δώρο ένα χρυσό ρολόι, λέγοντας του: «Σε ευχαριστώ που είσαι ο πατέρας του παιδιού μου». Ο Βλάσσης είχε τεράστια αδυναμία στον γιο της Αλίκης, στον Γιαννάκη, όπως η ίδια τον αποκαλούσε πάντα. Δε ζήλευε, δεν είχε κόμπλεξ, δεν αισθανόταν μειονεκτικά απέναντι σε κανέναν και σε τίποτα. 

Στις αρχές της δεκαετίας του ’90 δεν υπήρχε άνθρωπος στην Ελλάδα που να μην τον ξέρει. Στους θρυλικούς Απαράδεκτους του Mega υποδύθηκε απλώς τον εαυτό του. Και ήταν αρκετό. Και η αλήθεια είναι ότι δύσκολο θα σκεφτείς πολλούς ακόμα ανθρώπους που κατάφεραν κάτι αντίστοιχο. Κι όταν είχε δοκιμάσει σχεδόν τα πάντα έγινε και παρουσιαστής ψυχαγωγικών παιχνιδιών στην ελληνική τηλεόραση. Τι κι αν έχουν περάσει 30 χρόνια από τότε; Κανείς δεν παρουσίασε ποτέ τηλεπαιχνίδι πιο ωραία, πιο διασκεδαστικά, πιο αληθινά από εκείνον.

Μεταμορφώσεις

Το όμορφο τραγούδι που ακούστηκε για πρώτη φορά σε επεισόδιο της σειράς «Οι Απαράδεκτοι» εξελίχθηκε σε pop culture, διασκευάστηκε και αγαπήθηκε και κατέληξε ακόμα και τρεντ στο TikTok

Γαρύφαλλο (Βίκτωρ Βικτώρια)

Κάποια Πρωτοχρονιά στο σπίτι της Αλίκης Βουγιουκλάκη, στην οδό Στησιχόρου, ο Θάνος Μικρούτσικος παίζει στο πιάνο ένα τρυφερό τραγούδι από το σάουντρακ της παράστασης Βίκτωρ Βικτώρια που ανεβαίνει εκείνη την περίοδο στο θέατρο Αλική. Εκείνη είναι η πιο ποθητή Ελληνίδα ηθοποιός, εκείνος το πιο αστραφτερό και την ίδια στιγμή αντισυμβατικό αγόρι στο ελληνικό θέατρο.

H Στροφή

Η φωνή του Μπονάτσου στους τίτλους αρχές της δραματικής, ελληνικής ταινίας του Γιάννη Δαλιανίδη «Η Στροφή» αντηχεί ακόμη στα αυτιά μας. Τη μουσικη υπέγραφε ο Γιώργος Θεοδοσιάδης, ενώ τους στίχους ο ίδιος ο Μπονάτσος.

Κόντρες 

Αστείρευτος, πηγαίος, αβίαστος, ξεκαρδιστικός. Πολλοί έχουν προσπαθήσει να παρουσιάσουν το κόνσεπτ του Κόντρες, του γνωστού τηλεοπτικού παιχνιδιού στο οποίο πρέπει να βρεις τις δημοφιλέστερες απαντήσεις σε συγεκριμένες ερωτήσεις. Ποτέ κανείς δεν το έκανε καλύτερά ή έστω το ίδιο καλά με τον Βλάσση. Να η απόδειξη.

«Κι εγώ είμαι ο Βλάσσης και θα φύγω»

Όταν λέμε πως στους «Απαράδεκτους» ο Μπονάτσος έπαιξε τον εαυτό του το εννοούμε. Πιθανότατα γι’αυτό οι ατάκες του παραμένουν τόσο αφοπλιστικά αστείες μέχρι σήμερα. Στο επεισόδιο «Ποιητική βραδιά» απλά δεν αντέχει άλλο να ακούει τη Βάνα Καρούλου Λέκκα να απαγγέλει «Μα εγώ είμαι η Βάνα και θα μείνω» και αναφωνεί «Κι εγώ είμαι ο Βλάσσης και θα φύγω». 

«’Εφυγε» πράγματι 13 χρόνια αργότερα, στις 14 Οκτωβρίου του 2004. Απλά για να αποδείξει πως το «ουδείς αναντικατάστατος» είναι μία μπούρδα και μισή.