Γράφει η Αγγελική Μπαλτσιώτη
Με αυτό το στίχο ξεκινάει ένα πολύ αγαπημένο τραγούδι διά στόματος Νατάσσας Μποφίλιου και μιλάει για όλους αυτούς τους ανθρώπους που πέρασαν από τη ζωή μας. Κάποιοι πέρασαν και δεν ακούμπησαν, κάποιοι ήρθαν πλήγωσαν κι έφυγαν ενώ άλλοι ήρθαν αθόρυβα, τρύπωσαν στη ζωή μας και μας ανακοίνωσαν πως θέλουμε δε θέλουμε θα είναι δίπλα μας σε κάθε βήμα, σε κάθε ευτυχία ή αναποδιά.
Το μέτρημα λοιπόν είναι αναπόφευκτο, είτε το επιλέγεις, είτε στα φέρνει η ζωή έτσι που δεν μπορείς να κάνεις αλλιώς. Μιλάμε για ανθρώπους, φίλους, έρωτες, γνωστούς καθένας τους κάτι πήρε από εμάς, κάτι άφησε και όλα πρέπει να μπουν στο ζύγι. Θα μου πεις μετρώνται οι ανθρώπινες σχέσεις; Πόσα έδωσα εγώ, πόσα εσύ; Οφείλεις στον εαυτό σου αυτή την καταμέτρηση, όταν νιώθεις πως έχεις ξεπεράσει τα όρια σου, έχεις υπερπήδησει την προειδοποιητική κόκκινη γραμμή που φωνάζει μερικά χιλιόμετρα πριν “Δεν αντέχω άλλο”.
Η στιγμή που βάζεις ένα ποτήρι κρασί και κάνεις μια σύντομη αναδρομή στη ζωή σου, έρχεται απροειδοποίητα και σε καθηλώνει. Θυμάσαι άτομα, στιγμές και καταστάσεις. Εικόνες περνούν φευγαλέα μπροστά από τα μάτια σου. Γελάς. Βουρκώνεις. Νοσταλγείς.
Τα συναισθήματά σου μπερδεμένα όπως κι η ρημάδα η ζωή σου. Τη γέμισες κόμπους και τώρα φοβάσαι να την ξεμπερδέψεις. Όμως, ήρθε η ώρα για ένα καλό ξεκαθάρισμα.
Σπάνιο πράγμα οι απολογισμοί. Δύσκολο να τους ξεκινήσεις και ακόμη δυσκολότερο να τους ολοκληρώσεις. Φέρνουν στο προσκήνιο πρόσωπα, αναμνήσεις κι αισθήματα που ήθελες να ξεχάσεις για πάντα. Ωστόσο, είναι απαραίτητοι για να πας παρακάτω. Για να κλείσεις ένα κεφάλαιο πρέπει να ξέρεις κάθε λεπτομέρεια κι όχι μόνο τους πλαγιότιτλους.
Αρχίζεις να μετράς τους ανθρώπους της ζωής σου. Το μέτρημα δε σου βγαίνει. Ξαφνιάζεσαι. Ανησυχείς. Χρησιμοποιείς μέχρι και τα δάχτυλά σου, σαν μικρό παιδί, για να μην κάνεις κάποιο λάθος. Αρνείσαι να δεχτείς ότι ένα κι ένα δεν κάνουν δύο. Η ζωή δεν έχει κανόνες, μόνο εξαιρέσεις. Προσθέτεις από εδώ, αφαιρείς από εκεί αλλά τζάμπα κόπος.
Κάτι ξεκινάς να γράφεις. Το σβήνεις βιαστικά, χωρίς δεύτερη σκέψη. Το τελικό αποτέλεσμα είναι αποκρουστικό. Μισογραμμένες σελίδες γεμάτες μουντζούρες.
Όποιο πρόσωπο και να θυμηθείς το χαρακτηρίζεις με μια μόνο λέξη. Σχεδόν. Η ζωή σου γέμισε από σχεδόν φίλους, σχεδόν έρωτες και σχεδόν συγγενείς. Μήπως τελικά σχεδόν ζεις;
Φίλοι που λάκισαν στην πρώτη ευκαιρία. Λόγια μεγάλα. Υποσχέσεις πολλές. Πράξεις λίγες. Θυμάσαι όλα αυτά τα «θα» που συνοδεύτηκαν από μια αδικαιολόγητη σιωπή κι απομάκρυνση. Μπορεί να μη μαλώσατε ποτέ αλλά για έναν γαμημένο λόγο, για ένα πούστη εγωισμό χαθήκατε.Βλέπεις ήταν περίπου φίλοι σου. Έρωτες που τελείωσαν άδοξα. Έρωτες που με την πρώτη φουρτούνα γκρεμοτσακίστηκαν στα βράχια. Ξεκίνησαν με τους καλύτερους οιωνούς αλλά η πορεία τους ήταν απογοητευτική. Ακόμη, θυμάσαι τα όνειρα που έκανες. Τα σχέδια σου που ανατράπηκαν μέσα σε μια στιγμή. Ήταν κι αυτοί στο περίπου έρωτες.
Ποτέ δεν το κατάλαβα το λίγο και το σχεδόν στις ανθρώπινες σχέσεις. Τι σημαίνει είμαι λίγο ερωτευμένος ή αυτός είναι σχεδόν φίλος μου; Τα συναισθήματα δε μετριούνται. Η μετριότητα είναι άγνωστη λέξη γι’ αυτά. Υπάρχουν ή όχι. Οι μόνες λέξεις που μπορούν να τα χαρακτηρίσουν είναι το πολύ και το καθόλου.
Ναι, καλά άκουσες. Αυτό το καθόλου που εσύ φοβήθηκες. Ακόμα και τώρα σε τρομάζει. Συνήθισες στα λίγα και πλέον σου φαίνονται φυσιολογικά. Τρέμεις στην ιδέα να τα χάσεις.
Όμως, για να αποκτήσεις αυτό που επιθυμείς και να φτάσεις εκεί που θέλεις πρέπει πρώτα να νιώσεις πως είναι να μην έχεις τίποτα. Πριν το αίσθημα της πληρότητας υπάρχει το αίσθημα του απόλυτου κενού. Ξέρεις είναι εκείνη η στιγμή που έχεις αδειάσει πλήρως μέσα σου.
Έχεις απομακρυνθεί απ’ όλους κι είσαι στο μεταίχμιο για μια νέα αρχή. Το μόνο που μένει είναι να πατήσεις το κουμπί που γράφει play. Λοιπόν, άδειασε τη ζωή σου από τα λίγα και κάνε χώρο για να έρθουν τα πολλά.