Όλοι έχουμε τα στέκια μας. Τα cafe, τα bar, τα εστιατόρια ακόμα και τα beach bar που έχουν μία ιδιαίτερη θέση στην καρδιά μας και που πάντα μας “έρχονται” στο μυαλό όταν θέλουμε απλά να περάσουμε καλά σε ένα περιβάλλον όμορφο και οικείο, περιτριγυρισμένοι από άτομα που μπορεί να μην είναι φίλοι μας αλλά είναι “δικοί” μας άνθρωποι. Άλλωστε πείτε αλήθεια ποιος δεν νιώθει μία μικρή χαρά και λίγο σαν πρωταγωνιστής σε ταινία κινηματογραφική όταν τον ρωτάει ο barman “Το συνηθισμένο;” ή ο σερβιτόρος γνωρίζει πως πίνεις τον καφέ σου και στον φέρνει πριν καν τον παραγγείλεις;
Και όμως, αυτό το άρθρο δεν αναφέρεται στα κλασικά μας καθημερινά στέκια αλλά στα “καλοκαιρινά” μας. Ε ναι λοιπόν, καλά καταλάβατε, σήμερα θα μιλήσουμε για τα δικά μου καλοκαιρινά νησιώτικα στέκια. Αυτά τα μαγαζιά που από την πρώτη μέρα που πάτησα το πόδι μου στο εκάστοτε νησί και πέρασα την πόρτα τους, δεν πέρναγε μία μέρα των διακοπών μου χωρίς να δώσω το παρών. Τα μαγαζιά αλλά και οι άνθρωποι τους που έκαναν τις διακοπές μου αξέχαστες και μοναδικές αλλά και οι στιγμές που έζησα εκεί είναι ένας από τους λόγους που επιστρέφω στο κάθε ένα από αυτά τα νησιά… Και που σας προτείνω ανεπιφύλακτα αν ποτέ βρεθείτε σε κάποιο από τα παρακάτω νησιά, να τα κάνετε και εσείς τα δικά σας στέκια.
- Αμοργιαλός στην Αμοργό
Ακόμα θυμάμαι την πρώτη φορά που κατέβηκα στις 2 παρά τέταρτο το βράδυ στο λιμάνι της Αιγιαλής στην Αμοργό και καθώς προχωρούσαμε με το αυτοκίνητο με την παρέα μου για να πάμε στα δωμάτια μας, είδα πλήθος κόσμου μαζεμένο έξω από ένα μικρό μαγαζάκι πλάι στην θάλασσα, να διασκεδάζει και να χορεύει και να τραγουδάει με την ψυχή του. Τράβηξα χειρόφρενο, είπα στην παρέα κατεβείτε και από εκείνη την στιγμή ξεκίνησε μία υπέροχη ιστορία αγάπης με το νησί της Αμοργού και το συγκεκριμένο μαγαζί. Έμεινα την πρώτη χρονιά 15 μέρες και κάθε μέρα, φεύγοντας από την παραλία πηγαίναμε κατευθείαν στον Αμοργιαλό και πίναμε μέχρι το πρωί ψημένη ρακί (το παραδοσιακό και λατρεμένο ποτό του νησιού). Από τότε επισκέφτηκα την Αμοργό 4 φορές ακόμα και κάθε φορά με το που κατέβαιναμε στο λιμάνι ο πρώτος προορισμός πριν πάμε κάν στο δωμάτιο μας ήταν ο Αμοργιαλός. Γιατί είναι τόσο ξεχωριστό αυτό το μικρό μεζεδοπωλείο-ποτάδικο; Γιατί εδώ θα καθίσεις κάτω στον δρόμο μπροστά από το μαγαζί αν δεν βρείς τραπέζι και καρέκλα αλλά δεν θα σε νοιάζει γιατί θα είσαι ένας από τους ακόμα 20-30 που κάνουν το ίδιο, θα πιείς την πιο ωραία ψημένη ρακί, θα κάνεις φίλους κάθε βράδυ ενώ κάθε βράδυ θα συναντάς και αυτούς που έκανες την προηγούμενη ημέρα, θα χορέψεις επάνω σε τραπέζι ή καρέκλα χωρίς ντροπή, θα τραγουδήσεις δυνατά μαζί με ακόμα 30 άτομα αγαπημένους στίχους του Μάλαμα, του Χαρούλη και του Πασχαλίδη, θα έχεις την τύχη να ακούσεις live την Ματούλα Ζαμάνη παρέα με μόνο μία κιθάρα… θα νιώσεις ότι είσαι και εσύ μέρος του νησιού.
2. Il Mercato στα Κύθηρα
Η πρώτη γνωριμία μου με το cocktail bar των Κυθήρων, το Il Mercato έγινε εντελώς τυχαία και ξαφνικά αλλά ήταν έρωτας με την πρώτη ματιά. Όταν πριν από χρόνια επισκέφτηκα αυτό το μαγευτικό νησί, το πρώτο μέρος στο οποίο πήγα, αρτι αφιχθείς, ήταν το μικρό και mininal αυτό bar στην χώρα. Κάθε βράδυ που έμεινα στο νησί, κάθε βράδυ πήγαινα εκεί για να πιώ ωραία cocktails, να καθίσω έξω στο πλακόστρωτο πεζούλι και να απολαύσω την περατζάδα ή να χορέψω μέχρι τελικής πτώσεως ξυπόλυτη μέσα. Όταν επισκέφτηκα τα Κύθηρα μετά από 3 χρόνια, είπα στην παρέα μου το πρώτο βράδυ των διακοπών μας: “Θα σας πάω σε ένα bar που θα λατρέψετε και θα θέλετε κάθε βράδυ να πηγαίνουμε εκεί” και… έτσι και έγινε. Τις δέκα μέρες που μείναμε στο νησί ότι και να κάναμε όπου και αν πηγαίναμε πάντα θα πίναμε το τελεταίο μας Gin Tonic στο Il Mercato. Ο ιδιοκτήτης και bartender Χρήστος μας υποδεχόταν κάθε βράδυ με το τεράστιο χαμόγελο του και το τρελό κέφι του και εμείς πίναμε τα φημισμένα Mojito του και χορεύαμε με τους υπόλοιπους τακτικούς πελάτες -κολλητούς φίλους πλέον (χα, χα)- τις υπέροχες jazz, funk soul, latin, rock επιλογές του dj. Σε αυτό το μαγαζί, όσες φορές και αν πάω ο όρος οικειότητα και φιλικό περιβάλλον έχουν πραγματικά νόημα και ελπίζω να πάω ξανά σύντομα στα Κύθηρα για να πιώ σφηνάκια με τον Χρήστο και την παρέα του στο αγαπημένο μου στέκι.
3. Θέα στην Αστυπάλαια
Έχετε πάει τόσες φορές και τόσες πολλές ώρες σε κάποιο bar σε κάποιους απο τους καλοκαιρινούς προορισμούς σας που κάποια στιγμή μπορεί οι υπόλοιποι πελάτες να νόμιζαν είτε ότι είναι δικό σας είτε ότι δουλεύετε εκεί; Αν ναι με καταλαβαίνετε! Πριν από 5 χρόνια επιλέξαμε με την παρεά μου (4 κοπέλες) το πανέμορφο και ιδιαίτερο νησί της Αστυπάλαιας για τις καλοκαιρινές μας διακοπές. Το πρώτο πρωί της άφιξης μας μας βρήκε στο cafe-restaurant δίπλα από το ξενοδοχείο μας να τρώμε πρωινό. Ο φιλικότατος και πολύ ευγενικός ιδιοκτήτης Πέτρος έγινε φίλος μας από την πρώτη στιγμή και μετά από 3 ώρες που αποφασίσαμε επιτέλους να φύγουμε για την παραλία, μας είπε την μαγική φράση που άλλαξε όλες τις διακοπές μας και για κάποια από την παρεά και όλη της την ζωή -(αλλά αυτή είναι άλλη ιστορία και άλλο άρθρο με τίτλο: Ο καλοκαιρινός έρωτας που έγινε ο άντρας της ζωής μου)-, :“Κορίτσια, το βράδυ να πάτε στην Θέα για ποτό. Το έχει ο γιός μου. Να ζητήσετε τον Δημήτρη και να πείτε ότι σας στέλνει ο Πέτρος”.
Ε, και πήγαμε… και θα μπορούσαμε να πούμε ότι μπορεί και να μην ξαναφύγαμε από το μαγαζί τις επόμενες 17 μέρες που μείναμε στο νησί παρά μόνο για να πάρουμε το πλοίο της επιστροφής για την Αθήνα. Η υπέροχη πανοραμική θέα, τα εξαιρετικά cocktails του Δημήτρη, η παρείστικη ατμόσφαιρα, η υπέροχη τρέλα των παιδιών πίσω από το bar, ο Γιώργος που μας έκανε να νιώσουμε αμέσως ότι μας γνωρίζει χρόνια, είναι λίγα από τα στοιχεία που μας έκαναν να το αγαπήσουμε από την πρώτη στιγμή και να ξημεροβραδιαζόμαστε εκεί σε σημείο που νιώθαμε πλέον τα παιδιά φίλους μας καλούς και το μαγαζί “δικό” μας. ps: Λίγες ακόμα μέρες να μέναμε και πιστεύω ότι θα έμπαινα πίσω από την μπάρα και θα άρχιζα να φτιάχνω τα cocktail του καταλόγου που τα είχα μάθει και απ’έξω. Και το καλύτερο είναι ότι το πιθανότερο ο Δημήτρης και ο Γιώργος θα με άφηναν…
4. Η Βοσκοπούλα στον Κάλαμο
Κάπου ανάμεσα στον Καστό και το Μεγανήσι, απέναντι από την Λευκάδα βρίσκεται ένα μικρό νησάκι, ο Κάλαμος. Σε αυτό το καταπράσινο νησί με τους ελάχιστους κατοίκους -στο οποίο δεν κυκλοφορούν αυτοκίνητα- και με τα διάσημα πράσινα κρυστάλλινα νερά του Ιονίου υπάρχει στην παραλία Αγραπιδιά το πιο ονειρεμένο μαγαζί, μία παραδοσιακή ταβέρνα κυριολεκτικά πάνω στο κύμα, για τις καλοκαιρινές γαστριμαργικές σιέστες. Ξέρετε από αυτές τις ωραίες σιέστες, που κάνεις την βουτιά σου, αφήνεις πετσέτες και όλα τα πράγματα σου, παίρνεις το παρεό σου, κάθεσαι σε ένα από τα τραπέζια του και όταν πια έρθει το βράδυ η ώρα να κλείσει πληρώνεις τον λογαριασμό και φεύγει. Μέχρι να έρθει η επόμενη ημέρα και να το επαναλάβεις.
Στο ενδιάμεσο θα πιείς τσίπουρα -πολλά τσίπουρα-, θα φάς τις φημισμένες τυροκροκέτες, η παρέα σου θα ανανεωθεί γύρω στις 5 φορές το λιγότερο καθώς φυσικά ακόμα και διακοπές να κάνεις εδώ και να μην είσαι ντόπιος θα τους μάθεις όλους και θα σε μάθουν όλοι από την πρώτη ώρα, θα γευτείς την υπέροχη μακαρονάδα του ψαρά, θα πείς και μία κουβέντα με τον Κοσμά που θα έχει βγεί από την κουζίνα για να ξεκουραστεί για λίγα λεπτά, θα περπατήσεις επάνω στην ξύλινη εξέδρα που είναι δεμένο το καίκι του για να βγάλεις την πιο ωραία selfie ever, θα χαιρετήσεις όποιον περνάει, θα ξαναπάς για μία γρήγορη βουτιά μέχρι να έρθουν τα επόμενα πιάτα…. “Η Βοσκοπούλα” είναι το μαγαζί που η παρέα, τα τελευταία 5 χρόνια που πηγαίνουμε στο νησί για διακοπές, μνημονεύει κάθε φορά που βρισκόμαστε, είναι το μαγαζί που έχω περάσει απίστευτα χαρούμενες και ξέγνοιαστες στιγμές, είναι το μαγαζί που καμία φορά λέμε “αχχχχ, να ήμασταν τώρα στην Βοσκοπούλα”, είναι το μαγαζί που αν βρεθείς ποτέ στον Κάλαμο, θα γίνει το στέκι σου, πίστεψε με!
5. Μαργαρίτα στην Αντίπαρο
Το γνωστό cafe στο υπέροχο νησί της Αντιπάρου είναι από τα μαγαζιά που θα γίνουν στέκι σου χωρίς καν να το καταλάβεις. Είναι το μαγαζί που ασυναίσθητα μετά από κάποιες μέρες διαμονής θα καταλήγεις πάντα εκεί. Για εμένα από την πρώτη κιόλας φορά που επισκέφτηκα για διακοπές το νησί πριν από περίπου 10 χρόνια -από τότε το έχω επισκεφτεί αρκετές φορές είτε για δουλειά είτε για διακοπές- ήταν το μαγαζί που κάθε μα κάθε μέρα θα πηγαίναμε εκεί για την διαολεμένα γευστική και τεράστια ομελέτα του για πρωινό. Μάλιστα πολλές φορές λέγαμε ότι θα πάμε μόνο για μισή ώρα πριν πάμε παραλία και τελικά καταλήγαμε να καθόμαστε εκεί ώρες ολόκληρες πίνοντας καφέ και τρώγοντας και άλλες λιχουδιές του μαγαζιού. Αξίζει να σας πώ ότι μία από αυτές τις φορές δεν πήγαμε καν παραλία, απλά μείναμε εκεί μέχρι το βράδυ και ξαφνικά ο καφές και τα κρουασάν σάντουιτς έγιναν μπουκάλι με κρασί και πίτσα. Το “Μαργαρίτα” ήταν για εμένα και την παρέα το μαγαζί που θα σταματούσες για λίγο μετά την παραλία, που ενώ τα αγόρια περίμεναν τα κορίτσια της παρέας να ετοιμαστούν θα πήγαιναν ο ένας μετά τον άλλο εκεί χωρίς καν να έχουν συνενοηθεί μεταξύ τους για να μας περιμένουν όλοι μαζί. Ήταν το μαγαζί που όποιος ξυπνούσε από την παρέα το πρωί και δεν έβρισκε τα υπόλοιπα άτομα στα κρεβάτια τους ή τα δωμάτια τους δεν έπαιρνε καν τηλέφωνο να ρωτήσει που είστε, απλά ξεκίνουσε και ερχόταν στην “Μαργαρίτα”. Και φυσικά ήταν όλοι εκεί… Αν αυτό δεν είναι ο ορισμός του “στέκι” δεν ξέρω τι μπορεί να είναι.