Ο ρόλος της Νανάς στα «Καλύτερά μας χρόνια», η συμμετοχή της στην παράσταση που σπάει ταμεία «Σεσουάρ για δολοφόνους», ο ρόλος της ζωής της που δεν είναι άλλος από εκείνον της μητέρας του τριών ετών γιού της Αρίωνα, ο κεραυνοβόλος έρωτας που εξελίχθηκε σε μία γεμάτη αγάπη σχέση της με τον μπαμπά του, Δήμο Αναστασιάδη, τα παιδικά της χρόνια στη Μυτιλήνη και το δυνατό δέσιμο με τη γιαγιά της, η πανδημία και πως την διαχειρίστηκε, η σχέση με την εικόνα της και τα social media. Αυτά και ακόμη τόσα κουβεντιάσαμε με «ανοιχτά χαρτιά» με την αφοπλιστικά όμορφη και ταλαντούχα, Τζένη Θεωνά.
Συνέντευξη στη Λιάνα Μπουκουβάλα
Που γεννήθηκες και που μεγάλωσες;
Γεννήθηκα και μεγάλωσα στο Βύρωνα μέσα σε μια πολύ δεμένη και αγαπημένη οικογένεια από γονείς νησιώτες. Η καταγωγή της μητέρας μου είναι από τη Μυτιλήνη και του πατέρα μου από τη Νάξο.
Επισκεπτόσουν τα μέρη αυτά ως παιδί;
Ναι φυσικά! Ειδικά στη Μυτιλήνη έχω περάσει όλα μου τα παιδικά καλοκαίρια. Είχα παθολογική αγάπη στη γιαγιά μου που ζούσε εκεί, είχαμε μία πολύ ιδιαίτερη σύνδεση, οπότε πήγαινα κάθε καλοκαίρι με το που έκλειναν τα σχολεία και έφευγα δύο μέρες πριν ανοίξουν! Και αυτό συνεχίστηκε και στην προεφηβεία, εφηβεία κλπ… Ήταν μαγική η σχέση που είχαμε και ο τρόπος που εκείνη μου αποκάλυπτε τον κόσμο. Ουσιαστικά ήταν σα να κάνω μια βουτιά στον κόσμο της με το να πηγαίνω εκεί. Και όλο αυτό για μένα ήταν παραμυθένιο.
Μιλάς με πολύ αγάπη για τη γιαγιά…
Ναι γιατί ήταν ένας υπέροχος άνθρωπος. Με φοβερή ενέργεια, μπρίο και ταπεραμέντο. Ήταν ένα πολύ σπινθηροβόλο πλάσμα με χιούμορ, ατάκα και ταυτόχρονα πολύ στοργή, της κλασσικής παραδοσιακής γιαγιάς που μαγειρεύει υπέροχα γεμίζοντας το σπίτι μυρωδιές. Παράλληλα ήταν πολύ περιπετειώδης, κάναμε συνέχεια εκδρομές, με έμαθε να κολυμπάω… Ήταν φιλόζωη, τάιζε όλα τα γατάκια της γειτονιάς. Θα μπορούσα να σου μιλάω ώρες για αυτή…
Η οικογένειά σου έπαιξε ρόλο στην απόφασή σου να ακολουθήσεις τον δρόμο της υποκριτικής;
Η οικογένεια λίγο πολύ ολους μας καθορίζει. Σε βαθμό που ούτε καν μπορούμε να αναλύσουμε ενίοτε. Στην απόφασή μου όμως να ασχοληθώ με την υποκριτική δεν με επηρέασε καθόλου. Είχα την τύχη οι γονείς μου να με αφήσουν απολύτως ελεύθερη να επιλέξω με τι θέλω να ασχοληθώ και να ειναι παράλληλα υποστηρικτικοί. Μπορεί οι ίδιοι να μην είχαν κάποια άμεση σχέση με τις τέχνες, είναι όμως θεατρόφιλοι και από μικρές, και εγώ και η αδερφή μου, πηγαίναμε σε παραστάσεις μαζί τους.
Σε συναντάμε τηλεοπτικά στην σειρά της ΕΡΤ «Τα Καλύτερά μας χρόνια», όπου υποδύεσαι τη Νανά Παναγοπούλου. Τι σε γοήτευσε σε αυτή την ηρωίδα;
Το ότι κατάφερε μέσα στο πλαίσιο εκείνης της εποχής, το οποίο ήταν πολύ σκληρό και πολύ συγκεκριμένο, να υπάρχει με έναν τρόπο πολύ αντισυμβατικό. Δεν είναι ίσως εμφανές με την πρώτη ματιά, όμως νιώθω ότι υπήρξε πολύ τολμηρή και πολύ γεναία σε ένα βαθμό. Στην πρώτη σεζόν για παράδειγμα, βλέπουμε ότι πεισματικά αρνείτο να συμβιβαστεί και κυνήγησε τον έρωτα με κίνδυνο να καεί και η ίδια ως πρόσωπο αλλά κοινωνικά, σε μία εποχή που τέτοια παραστρατήματα δεν επιτρεπόντουσαν. Ήδη σκέψου είχε αρχίσει να θεωρείται οριακά γεροντοκόρη, ενώ ήταν μία πολύ νέα γυναίκα. Τελικά όντως ακολούθησε τον έρωτά της στη Θεσσαλονίκη, προδόθηκε και επιστρέφοντας τελικά κατέληξε με τον άνθρωπο που από την αρχή την διεκδικούσε. Μπορεί αυτό να φαινόταν μία ασφαλής επιλογή όμως νιώθω ότι αυτό δεν έγινε του τύπου «άντε τώρα έμεινα με ένα παιδί και πρέπει να τακτοποιηθώ», αλλά γιατί ωρίμασε, αναθεώρησε και εκτίμησε τη σύνδεση με έναν σύντροφο, με έναν τρόπο διαφορετικό. Οπότε την αγαπώ πολύ γι αυτή την τιμιότητα που έχει απέναντι στον εαυτό της.
Έχετε κοινά στοιχεία;
Αισθάνομαι αρκετή σύνδεση μα νιώθω ότι είναι πιο δυνατή από εμένα σε σημεία. Ας πούμε τραβούσε τη δική της πορεία κόντρα στην κριτική της κοινωνίας αλλά και της οικογένειας, και αυτό είναι κάτι πάρα πολύ δύσκολο. Στην σειρά μας δίνεται αυτό ενίοτε και με χιούμορ όμως το να εναντιωθείς στην οικογένειά σου, και δη στην ακατάλυτη ελληνική οικογένεια είναι ένα… βαρύ φορτίο. Η Νανά νομίζω ότι είναι επί της ουσίας προοδευτική.
Πώς βιώνετε τα γυρίσματα στα χρόνια της πανδημίας;
Με προσοχή και τηρώντας όλα τα μέτρα για την προστασία μας. Είναι μία αγχωτική διαδικασία δεν σου κρύβω, να κάνουμε κάθε φορά μοριακά τεστ και να περιμένουμε με αγωνία τα αποτελέσματα, αλλά αυτό πρέπει να γίνει. Είναι και μία ένδειξη υγείας όλο αυτό, γιατί όταν βρίσκεσαι σε μία συνθήκη την οποία δεν γίνεται με κανένα τρόπο να ελέγξεις, δεν μπορεί τα πάντα να παραλύσουν. Παίρνεις τα μέτρα που μπορείς στον καλύτερο δυνατό βαθμό και συνεχίζεις να υπάρχεις.
Σε προσωπικό επίπεδο πως βίωσες αυτή την κατάσταση;
Στην πρώτη καραντίνα σταματήσαμε τις παραστάσεις που μόλις είχαν ξεκινήσει και δεν σου κρύβω στεναχωρήθηκα. Στη δεύτερη ήμουν στη σειρά και δούλευα κανονικά. Οπότε εντάξει, το πέρασα ψύχραιμα. Ωστόσο το μυαλό μου είναι με όλους αυτούς τους ανθρώπους που έχουν πληγεί ανεπανόρθωτα μέσα από αυτή την κατάσταση όπως όσοι δουλεύουν στην εστίαση, σε χώρους μουσικής κλπ. Οι άνθρωποι έχουν κατατροπωθεί. Έχουν μείνει τα μαγαζιά τους κλειστά, με μέτρα φοβερά περιοριστικά, κλείνουν – ανοίγουν… Και όχι μόνο οικονομικά γιατί είναι και ψυχικά αφόρητο. Ζουν σε μία φοβερή αβεβαιότητα η οποία κρατάει επί μακρόν τόσο πολύ, που έχουν αποδεχθεί ότι εντάξει, για αυτούς έτσι είναι. Είναι τέτοια η αδιαφορία από το κράτος για εκείνους, που τι να πω… φαίνεται σχεδόν εκδικητικό!
Πως θεωρείς ότι θα μας βρει η επόμενη μέρα;
Είναι μία πολύ δύσκολη περίοδος κατά την οποία συμβαίνουν δραματικά πράγματα, οπότε δεν ξέρω αν θα καταφέρουμε να βγούμε αλώβητοι από όλο αυτό. Ήταν και είναι πολύ πυκνή η επικαιρότητα…. Παράλληλα υπήρξε το me too που επίσης πήρε φοβερές διαστάσεις..
Πιστεύεις ότι η πανδημία έπαιξε ρόλο στο να δημιουργηθεί το me too;
Νομίζω ναι. Έτσι και αλλιώς είμαστε κομμάτια ενός συστήματος οπότε όλη η εξωτερική συγκυρία μας επηρεάζει. Παράλληλα έπαιξε ίσως ρόλο ότι σταμάτησαν οι δουλειές, οπότε μειώθηκε και συνεχής προσδοκία του τι θα κάνω τώρα, κάπως να υπάρχω, να είμαι αρεστός, να είμαι αγαπητός. Αναθεωρήσαμε αρκετά πράγματα και έτσι δημιουργήθηκε ένας χώρος κενός που καλύφθηκε από το ότι υπάρχουν πράγματα που σιγοβράζουν και πρέπει να ειπωθούν. Έφυγε ο θόρυβος της καθημερινότητας, η αγωνία της δουλειάς και ίσως οι άνθρωποι αυτοί βρήκαν τη δύναμη να αναλάβουν μία ευθύνη απέναντι στον εαυτό τους και απέναντι στο κοινωνικό σύνολο. Και είμαστε ευγνώμονες γι’ αυτό.
Και δεν είναι μόνο στον καλλιτεχνικό χώρο έτσι… Βλέπουμε να συμβαίνει παντού, από εγκληματικές καταστάσεις, εκδικητικά ροζ βίντεο κλπ. Είναι όμως ευτυχές ότι οι άνθρωποι πλέον μιλούν, μπορούν να προστατεύσουν τον εαυτό τους, να σηκώσουν ανάστημα, την επόμενη μέρα ή την επομενη δεκαετία, ή όποτε νιώσουν έτοιμοι και βρουν το θάρρος, και να το καταγγείλουν. Πρέπει και από εμάς και από την κοινωνία να υπάρξει επιτέλους ένα πλαίσιο στήριξης προς το πρόσωπό τους. Γιατί πραγματικά πως να βγεί ο καθένας να καταγγείλει κάτι, όταν ξέρει ότι είναι τελείως απλαισίωτος από τους θεσμούς και από τους συνανθρώπους του;
Εδώ και κάποια χρόνια στη ζωή σου έχει έρθει ο γιος σου. Πόσο σε άλλαξε ως άνθρωπο η γέννησή του;
Η αλλαγή αυτή είναι σαρωτική και ακόμα δεν μπορώ και τελείως να την αποκωδικοποιήσω να σου πω την αλήθεια! Βλέπω εντελώς διαφορετικά και μέσα από το παιδί πλέον τον εαυτό μου και τη ζωή μου γενικότερα. Το να μεγαλώνεις ένα παιδί είναι παράλληλα μία διαδικασία ψυχανάλυσης και αυτοπροσδιορισμού. Είναι μία πολύ προκλητική διαδικασία σε σχέση με τα όρια σου, με το ποιος είσαι, ποιες είναι οι αξίες σου, τι προσπαθείς να μεταλαμπαδεύσεις στο παιδί σου και τι καταφέρνεις, γιατί δεν σημαίνει ότι αυτό που επιθυμείς το καταφέρνεις κιόλας… Όμως η δύναμη της αγάπης αυτής είναι μεταφυσική. Δεν υπάρχουν λόγια να περιγράψω τι αισθάνομαι όταν είμαστε οι τρεις μας αγκαλιά. Η αίσθηση της οικογένειας και το δέος ότι αυτό το μαγικό πλασματάκι μας εμπιστεύεται την ύπαρξη του. Κάθε μέρα μαζί του είναι μια αποκάλυψη. Τα παιδιά μας μαθαίνουν τα πάντα.
Ήσουν προετοιμασμένη για αυτές τις αλλαγές ή δυσκολεύτηκες να προσαρμοστείς;
Καθόλου! Και δε νομίζω ότι και κανείς μπορεί να είναι προετοιμασμένος. Ούτε θα μπορούσα ας πούμε, να προετοιμάσω κάποιον… Είναι μία τεράστια μετάβαση. Σίγουρα σε πρώτη φάση αυτό που ξέρω είναι ότι παρατηρώ τους ανθρώπους με μεγαλύτερο σεβασμό και μεγαλύτερη αποδοχή και για να το καταφέρω αυτό προσπαθώ να αποδεχθώ και τον δικό μου εαυτό περισσότερο. Τις δικές μου αδυναμίες, τα σημεία που δεν μου άρεσαν και για τα οποία αυτομαστιγωνόμουν φρικτά. Προσπαθώ να τα αποδεχθώ ώστε να έχω λιγότερη ένταση και άρα να είμαι όσο πιο λειτουργική γίνεται με τους άλλους και κυρίως ως μαμά. Γιατί ο βασικός μου στόχος είναι να είμαι καλή μαμά. Και καλή μαμά για μένα σημαίνει να μεγαλώσω ένα παιδί χωρίς ένταση και ελεύθερο να βρει τον εαύτο του. Οπότε μπορεί να μην ήμουν προετοιμασμένη ήμουν όμως διατεθειμένη. Είχα το απόθεμα να διαθέσω.
Οπότε το παιδί ήρθε σε μία περίοδο που ήσουν έτοιμη να… «βουτύξεις στα βαθιά»;
Ναι. Βέβαια ήταν άγνωστα τα νερά αυτά στα οποία βούτυξα! Χαχα! Το αποδέχομαι!
Τι αγωνίες έχεις ως μητέρα ενός αγοριού που μεγαλώνει σε μία κοινωνία που οι δολοφονίες και δη οι γυναικοκτονίες αυξάνονται δραματικά;
Έχω την αίσθηση ότι σε αυτή τη φάση που είναι ο μικρός ακόμα είναι νωρίς. Αν και ΟΚ μιλάμε για τα πάντα, για τα ζωάκια, τους άλλους ανθρώπους, τους μεγαλύτερους, τα κορίτσια, τα αγόρια, νομίζω ότι τα πράγματα αλλάζουν όταν το παιδί πάει στο σχολείο. Ενίοτε τα παιδιά φέρονται και με απίστευτη σκληρότητα οπότε εκεί ο γονιός θα πρέπει να είναι «από πάνω» πάρα πολύ. Το πιο σημαντικό από όλα για μένα πάντως σε αυτές τις ηλικίες, είναι το παράδειγμά σου. Το αν συμπεριφέρεσαι με σεβασμό στους άλλους ανθρώπους, στο σύντροφό σου, στην κολλητή σου που θα έρθει σπίτι… Αν έχεις να πεις μια καλή κουβέντα ή ένα κοπλιμέντο, μια αγκαλιά, αν είσαι ένας άνθρωπος που φέρεται με τρυφερότητα, το παιδί το εισπράτει.
Νιώθεις τύψεις που σε σημεία ίσως δεν καταφέρνεις να είσαι η μαμά που θα ήθελες για το γιο σου;
Εννοείται! Η διαδικασία της μητρότητας έχει πάρα πολλές ενοχές αλλά έχω συνηθίσει γιατί έτσι κι αλλιώς, σε όλα τα tasks της ζωής μου είμαι πολύ αυστηρή. Αποδέχομαι το συναίσθημα γιατί χρειάζομαι όλη μου τη θετική ενέργεια για να την αφιερώσω σε εκείνον. Οπότε αν δεν τα κατάφερα λέω «ωραία τώρα δεν τα κατάφερα» και προσπαθώ την επόμενη φορά να τα πάω καλύτερα και να μην αισθανθώ πάλι ματαιωμένη. Δεν καταπιέζομαι, δεν μαστιγώνομαι γιατί αυτό μου στερεί ενέργεια και εγώ όλη μου την ενέργεια την χρειάζομαι για το παιδί μου.
Αντίστοιχα υπάρχουν φορές που η γυναίκα και σύντροφος Τζένη, νιώθεις ότι μπαίνει σε «δεύτερη μοίρα»; Πόσο εύκολο είναι τελικά να διατηρούνται οι ισορροπίες;
Δεν είναι εύκολο, απαιτεί μία πολύ καλή ομάδα. Όλες οι σχέσεις έτσι και αλλιώς χρειάζονται ζύγισμα, συζήτηση και δουλειά. Έτσι γίνεται και με αυτή. Στο σπίτι μας, είμαστε τρεις άνθρωποι. Μία ομάδα των τριών, και κάπως πρέπει να το βρούμε μεταξύ μας. Όταν αισθάνομαι ότι ο δικός μου χρόνος και οι δικές μου ανάγκες καταπιέζονται, το λέω και το διεκδικώ. Μερικές φορές μου κάνει καλό να υπερβαίνω τα όριά μου και τις αντοχές μου και αισθάνομαι δυνατή, άλλες φορές αισθάνομαι παραμελημένη και απλώς το λέω!
Έχεις βοήθεια με το παιδί ή είσαι από εκείνες τις μαμάδες που θέλουν να τα κάνουν όλα μόνες τους;
Μα πως να τα κάνω όλα μόνη μου αφού δουλεύω…; Προφανώς και έχω βοήθεια και νομίζω ότι δεν γίνεται και αλλιώς στη δυτική κοινωνία γιατί οι γονείς δεν είναι ότι έχουν και την φοβερή στήριξη από το κράτος.
Τι ήταν αυτο που είδες στο Δήμο και είπες «Εγώ με αυτόν τον άνθρωπο θέλω να κάνω οικογένεια»;
Ο ίδιος προέρχεται από μία πολύ όμορφη και δεμένη οικογένεια, έχει βιώσει τη ζεστασιά, τη θαλπωρή και αυτή τη σύνδεση της οικογένειας και άρα ήξερα ότι είναι κάτι που του αρέσει και θέλει να το κάνει σε αυτή τη ζωή. Να δημιουργήσει δηλαδή μία δική του οικογένεια. Επίσης, κάτι ακόμα που εγώ θεώρησα σημαντικό, το οποίο όμως δεν αποτελεί κανένα εχέγγυο για την οικογένεια, είναι το γεγονός οτι τον ερωτεύτηκα πολύ! Και μπορεί αυτό να μην λύνει κανένα πρόβλημα (χαχα!) όμως είναι ωραίο το παιδί σου να είναι ο καρπός ενός έρωτα. Αυτό μου δημιουργούσε και την ασφάλεια ότι ενδεχομένως και μετά να μπορέσουμε να είμαστε για το παιδί μας δύο ερωτευμένοι γονείς.
Υπάρχουν πιστεύεις μυστικά για να μπορέσει κανείς να δημιουργήσει και στη συνέχεια να κρατήσει μέσα στα χρόνια, την ιδανική σχέση;
Κανένα! Μόνο η δουλειά. Και αυτό που λένε ότι όταν υπάρχει αγάπη όλα λύνονται, είναι τεράστιο ψέμα. Μπορεί να υπάρχει αγάπη αλλά να μην μπορείς να είσαι με τον άλλο. Όχι, η αγάπη δεν λύνει τίποτα, μόνο η δουλειά.
Υπάρχει κάτι που να αναπολείς από την ξεγνοιασιά της εργένικής σου ζωής;
Πολλές φορές το ότι είχα τη δυνατότητα της απόλυτης αυτοδιάθεσης και μπορούσα ανα πάσα στιγμή να ανοίξω την πόρτα, να φύγω και να πάω όπου θέλω, είναι μία αίσθηση ίσως που αναπολώ, αλλά αυτό ενδεχομένως οφείλεται και σε μία δική μου επιλογή. Επέλεξα να αφοσιωθώ σε αυτό τον δρόμο που ζω και δεν θα τον άλλαζα πότε και για τίποτα καθώς αυτή η εμπειρία είναι ανεπανάληπτη.
Ο γιος σας είναι παιδί καλλιτεχνών. Βλέπεις να έχει κληρονομήσει το… «μικρόβιο»;
Δεν ξέρω… Τραγουδάει και χορεύει πολύ! Αυτό βλέπω! Κάνει φανταστικούς διαλόγους κλπ αλλά αυτό το κάνουν νομίζω όλα τα παιδάκια…
Μοιράζεσαι αρκετά πράγματα της καθημερινότητάς σου με τον κόσμο μέσα από τα social media. Αυτό γίνεται επειδή ως άνθρωπος σου αρέσει να επικοινωνείς με τον κόσμο ή ως προέκταση της δουλειάς σου η οποία ενδεχομένως το απαιτεί;
Δε νιώθω ότι μοιράζομαι ακριβώς πολλά πράγματα της καθημερινότητάς μου, νιώθω περισσότερο ότι γίνεται ως προέκταση της δουλειάς μου. Δηλαδή είναι πολύ συγκεκριμένες οι εικόνες που ανεβάζω με τον τρόπο και την αισθητική που επιλέγω να το κάνω. Δεν αισθάνομαι καθόλου την ανάγκη να δίνω ανά πάσα στιγμή ανάφορα που είμαι, τι κάνω, τι τρώω. Το κάνω γιατί βοηθάει τη δουλειά μου και γιατί και το ίδιο το μέσο είναι και δουλειά.
Πως εισπράττεις το φαινόμενο των καιρών να εμφανίζονται ολοένα και περισσότερο φαινομενικά «τέλειες ζωές με τέλειους και αψεγάδιαστους ανθρώπους» στα social media;
Έχω την εντύπωση ότι γίνεται μία προσπάθεια τα τελευταία χρόνια να αποδεχθούμε ότι αυτές οι εικόνες είναι μια συνθήκη φοβερά εξιδανικευμένη και φοβερά εξωραϊσμένη. Ωστόσο, μου δημιουργεί μία αγωνία και μία θλίψη και για μένα την ίδια. Βλέπω ας πούμε, μία ωραία φωτογραφία και την ανεβάζω τη στιγμή που είμαι σε αθλία κατάσταση και προσπαθώ να συμμαζέψω ένα σπίτι και λέω τώρα είμαι εγώ αυτή; Για αυτό και προσπαθώ να είμαι ειλικρινής με τον εαυτό μου αλλά και τους ανθρώπους που με προσεγγίζουν και να τους λέω την πάσα αλήθεια. Ότι δηλαδή αυτή η υπέροχη φωτογραφία που βλέπεις, βγήκε ενώ κοιμόταν το παιδί, οπότε και έτρεξα στην ταράτσα να προλάβω τον καταγάλανο ουρανό και έπειτα γύρισα σπίτι πέταξα αμέσως αυτό το υπέροχο outfit και ξαναέβαλα πυτζάμες για να προλάβω να συμμαζέψω πριν ξυπνήσει ο μικρός.
Αν μπορούσες να αλλάξεις κάτι στον κόσμο, ποιο θα ήταν αυτό;
Νομίζω πως τα πάντα θα λυνόντουσαν αν υπήρχε υψηλότερο ποσοστό ενσυναίσθησης στους ανθρώπους. Παρ’ όλα αυτά τα τελευταία χρόνια παρατηρείται ακριβώς το αντίθετο. Οι κοινωνίες μας γίνονται όλο πιο μοναχικές και ανταγωνιστικές και όλα κρίνονται από τα επιτεύγματα, τους βαθμούς, τα λεφτά που βγάζουμε… Και δυστυχώς τέτοιες αξίες όπως η ενσυναίσθηση ούτε βαθμολογούνται, ούτε εξαργυρώνονται οπότε και σιγά – σιγά εκλείπουν…
Φέτος εκτός από την τηλεοπτική σου παρουσία μέσω της συχνότητας της ΕΡΤ σε συναντάμε κάπου θεατρικά;
Βεβαίως! Είμαι στο «Σεσουάρ για δολοφόνους», στο θέατρο Λαμπέτη σε σκηνοθεσία του Νικορέστη Χανιωτάκη με τους Ιωάννη Απέργη, Δημήτρη Μακαλιά, Δανάη Μιχαλάκη, Ζήση Ρούμπο και Χάρη Χιώτη. Είμαι πάρα πολύ χαρούμενη γιατί είναι μία παράσταση φοβερά διασκεδαστική και διαδραστική και το κομμάτι της διάδρασης είναι αυτό που μας έλειπε περισσότερο νομίζω όλο αυτό τον καιρό. Οπότε το γεγονός ότι σπάει ο τέταρτος τοίχος στο θέατρο και μπορούμε να κοιταχτούμε και να συνομιλήσουμε με το κοινό αλλά και το γεγονός ότι κάθε βράδυ μετεωρίζεσαι στο απρόβλεπτο καθώς δεν ξέρεις ούτε τι θα σε ρωτήσουν ούτε τι θα αποφασίσουν και ποιον θα κρίνουν ένοχο οι θεατές… εμένα με συγκινεί και με συναρπάζει!