Γράφει η Ελένη Αϋφαντή
«Μην σκαρφαλώνεις στην κορυφή για να σε βλέπει ο κόσμος. Ανέβα εκεί για να δεις εσύ τον κόσμο από ψηλά». – ΟSHO
Μόλις ο άνθρωπος αισθανθεί ασφαλής, όπως έχουμε πει, τότε αυτόματα, δημιουργείται η ανάγκη να κινηθεί, να δράσει, να μάθει, να γνωρίσει, να παίξει, να χαρεί, να ερωτευτεί, να απολαύσει. Όταν και αυτή η ανάγκη ικανοποιηθεί, τότε έρχεται η επόμενη, να αισθανθεί σημαντικός, ξεχωριστός.
Η τρίτη λοιπόν, βασική ανάγκη του ανθρώπου είναι αυτή της σημαντικότητας, της ξεχωριστότητας, της αναγνώρισης, δηλαδή, η υπέρτατη ανάγκη του ΕΓΩ να υπάρχει, να είναι δυνατό, να εξουσιάζει, να ξεχωρίζει από την ομάδα. Η ανάγκη αυτή είναι συναφής με την ανάγκη για ασφάλεια. Όταν ο άνθρωπος αισθάνεται ασφαλής, βιώνει το ΥΠΑΡΧΩ. Όταν αισθάνεται ξεχωριστός, σημαντικός, βιώνει το ΑΞΙΖΩ. Η ανάγκη αυτή αφορά τον κοινωνικό εαυτό του ανθρώπου, να μπορεί να ξεχωρίσει τον εαυτό του από τους άλλους, με όποιο τρόπο, με την εμφάνιση, με τη μόρφωση, με τα αποκτήματα ή ότι άλλο. Επιβάλλεται να έχει τα δικά του όρια, το δικό του χώρο, το δικό του τρόπο και αυτό του το δικαίωμα να αναγνωρίζεται από όλους.
Αυτή είναι μια μόνιμη και διαρκής αιτία των περισσοτέρων συγκρούσεων, η ξεκάθαρη διάκριση των ορίων μας, γι’ αυτό και έχουμε εκπαιδευτεί να βιώνουμε το ΕΓΩ μας, μέσω του θυμού, της επιθετικότητας ή της απαξίωσης, όταν αυτό δεν ικανοποιείται. Ο σκοπός της ανάγκης μας για ξεχωριστότητα όμως, είναι να δομήσουμε και να ολοκληρώσουμε το τρίπτυχο (σώμα, νους, πνεύμα) της προσωπικότητάς μας. Το Σύμπαν/Θεός σέβεται αυτή τη μοναδικότητα. Το θέμα είναι αν εμείς τη σεβόμαστε, ανεβάζοντας τη συνειδητότητά μας τόσο, ώστε η υλοποίηση των σκέψεών μας και η διαχείριση των συναισθημάτων μας και κατά συνέπεια και των συμπεριφορών μας, να φέρνει ένα μοναδικό για τον καθένα αποτέλεσμα.
Αντί γι’ αυτό, βρίσκουμε ένα σωρό καταστροφικούς τρόπους για να πάρουμε την όποια «σημαντικότητα» θεωρούμε ότι είναι απαραίτητη για να θρέψει το ΕΓΩ μας και επειδή έχουμε κάνει τη ΣΥΓΚΡΙΣΗ και κατά συνέπεια και την ΕΠΙΚΡΙΣΗ, μέρος αναπόσπαστο και αναπόδραστο της ζωής μας, παίζουμε το εξής ‘’παιχνίδι’’ : ή μειώνουμε τους άλλους για να αισθανθούμε ότι ξεχωρίζουμε ή μειώνουμε τον εαυτό μας και παίρνουμε το ρόλο του θύματος. Η εσωτερική μας φωνή αναλαμβάνει να μας υπενθυμίζει συνεχώς αδυναμίες και φόβους, ενώ ξεχνάει εντελώς να κάνει το ίδιο για τις ικανότητες, τις δυνατότητες και τα ταλέντα μας.
Μόλις ακούσουμε ότι κάποιος πέτυχε, αρχίζει να φουντώνει μέσα μας ο ανταγωνισμός. Οι σκέψεις μας είναι το πώς θα αποδομήσουμε, θα υποτιμήσουμε την όποια επιτυχία του άλλου. Σκαλίζουμε τη μνήμη μας για να βρούμε όλα τα ‘’κουσούρια’’ ή αποτυχίες του, μόνο και μόνο για να αντέξουμε τη σύγκριση και να «αισθανθούμε καλύτερα». Ποιος άραγε μας επέβαλε αυτή τη σύγκριση;
Στην ουσία, βέβαια, μέσα σ΄ αυτή τη διαδικασία της υποβίβασης, καθρεφτίζουμε τον αδύναμο εαυτό μας. Σίγουρα, έχουμε τέλεια εκπαιδευτεί γι’ αυτό, όταν π.χ. λέγαμε στους γονείς μας ότι πήραμε 18/20 στο διαγώνισμα και η απάντηση ήταν: ναι, αλλά ο τάδε πήρε 19/20 ή καλό είναι αυτό που πέτυχες, αλλά μπορούσες και καλύτερα. Το χειρότερο είναι ότι έτσι πίστευαν ότι μας κινητοποιούσαν για να προσπαθήσουμε περισσότερο. Έτσι, τρέχουμε μια ζωή για να πάρουμε την αναγνώριση και όταν την πάρουμε τελικά, δεν τολμάμε να την ευχαριστηθούμε. Άτομα που δεν έχουν πάρει αναγνώριση και αποδοχή ενδέχεται να επιδιώξουν να χρησιμοποιήσουν βία (λεκτική, οικονομική, σωματική) για να αισθανθούν σημαντικοί. Με τη «βία» μπορεί να αισθάνεται κάποιος ότι πατάει τον άλλον, αλλά ταυτόχρονα, πατάει και τον εαυτό του.
Η βία, στην ανάγκη μας για ασφάλεια, χρησιμοποιείται για να καλύψει τις ανάγκες της επιβίωσης. Εδώ, η βία χρησιμοποιείται για να επιβάλλω αυτό που εγώ θέλω. Χρησιμοποιώ, δηλαδή, οποιοδήποτε τρόπο για να επιβάλλω το εγώ μου, ‘’ξέρεις ποιος είμαι εγώ, ξέρεις σε ποιόν μιλάς’’, στην ουσία ακινητοποιώντας ή μειώνοντας τους άλλους, νομίζοντας έτσι ότι καλύπτω τις δικές μου αδυναμίες. Και φυσικά, ότι δεν μπορούμε να κατορθώσουμε με τη δύναμη, το καταφέρνουμε μέσω της αδυναμίας, όπως παράδειγμα, όταν εκμεταλλευόμενοι μια ασθένεια, μια ανημποριά, να κάνουν όλοι οι γύρω μας, όλα αυτά που δεν έκαναν πριν. Η αρρώστια, όμως, είναι βία απέναντι στον ίδιο μας τον εαυτό.
Όταν δε αργότερα, θα διηγούμαστε την αρρώστια και το πόσο ταλαιπωρηθήκαμε με όλες τις λεπτομέρειες, τότε η σημαντικότητά μας χτυπάει κόκκινο, μέσα από τη λύπηση των άλλων. Η περιγραφή του πόνου ή άλλων δεινών και παθημάτων μας, έστω και αν έχουν γίνει χρόνια πριν, είναι ένας από τους καλύτερους τρόπους για να αυξήσουμε τη σημαντικότητά μας. Μιλώντας όμως γι’ αυτά, χτίζουμε ενέργεια για να συνεχιστούν και να επαναληφθούν αυτές οι καταστάσεις και μετά παραπονιόμαστε ότι όλα σε μας συμβαίνουν!
Ένας άλλος τρόπος για να πάρουμε σημαντικότητα, είναι μέσω των ακαδημαϊκών τίτλων. Άτομα που συνεχώς σπουδάζουν, έχουν τεράστιες γνώσεις, αλλά, δεν τολμούν να βγουν στο στίβο της ζωής, για να εφαρμόσουν τις γνώσεις τους, διότι κατά βάθος έχουν χαμηλή αυτοεκτίμηση. Αυτά τα άτομα, όταν βρεθούν σε άγνωστο περιβάλλον, μπορεί να φτάσουν μέχρι τα όρια του γελοίου για να προβληθούν. Το ίδιο συμβαίνει και με αυτούς που υπερτονίζουν τα επιτεύγματά τους ή τα αποκτήματά τους, σε σημείο που να εξαρτάται η ζωή τους από αυτά, βιώνοντας καθημερινά τεράστιο φόβο για την απώλειά τους.
Στον αντίποδα, είναι αυτοί που χρησιμοποιούν μια ανεπάρκεια ή έλλειμμα τους για να τους προσέξουν, συνεχώς κλαίγονται για το πόσο άτυχοι είναι ή διηγούνται ξανά και ξανά τα παθήματα τους. Αφού δεν μπορούν να γίνουν «διάσημοι» για τα ταλέντα τους, εξ άλλου αυτό θέλει και κόπο, δεν έχουν πρόβλημα να γίνουν «διάσημοι» για την ανεπάρκειά τους. Για πολλούς άλλους, η υπερβάλλουσα ενασχόληση με την εικόνα τους είναι αυτοσκοπός. Υιοθετούν ένα στυλ, εξαρτώνται από αυτό και φτάνουν σε ακραίες υπερβολές για χάρη της. Βλέπουμε γύρω μας άπειρα παραδείγματα ανθρώπων, οι οποίοι χρεώνονται μεγάλα ποσά για ρούχα, καλλυντικά, κ.α. ή βρίσκονται συνεχώς στα χειρουργεία των πλαστικών, για την συντήρησή της.
Δεν κατανοούν ότι πρέπει αυτοί να υιοθετούν ένα στυλ και όχι αυτό να τους υιοθετεί. Έτσι, καταλήγουν να χάσουν ολοκληρωτικά την αυθεντικότητά τους. Μπορεί να φαίνεται απίστευτο, όμως χρησιμοποιούμε ακόμα και τα παιδιά μας για να ξεχωρίσουμε. Αξιώνουμε να γίνουν αυτά, αυτό που δεν γίναμε εμείς. Απαιτούμε εν ολίγοις, να μας βγάλουν ασπροπρόσωπους, παρεμβαίνουμε στο τι θα σπουδάσουν, τι δουλειά θα κάνουν, ποιόν θα παντρευτούν. Ζούμε μέσα από τις ζωές τους , πάντα κάτω από τη δικαιολογία της αγάπης και η ξεχωριστότητά μας εξαρτάται από την δική τους επιτυχία ή τη δική τους αποτυχία. Και τέλος, αυτοί που χρησιμοποιούν και εξαργυρώνουν τη δοτικότητα ή τη συμπόνια για τον άλλον, για λίγη σημαντικότητα. Βοηθούν τους πάντες, κάνουν αγαθοεργίες, αρκεί να το ξέρουν όλοι.
Συμπέρασμα: όταν λειτουργούμε με δημιουργικό τρόπο την ανάγκη για σημαντικότητα, σημαίνει ότι βλέπουμε και τις δύο πλευρές μας, τους δύο πόλους μας, σαν μέρος του όλου μας, τα όριά μας είναι πλέον ευδιάκριτα και σε μας και στους άλλους. Έτσι και είμαστε και λειτουργούμε από το κέντρο μας. Μόνο από εκεί μπορούμε να έχουμε πρόσβαση σε όλα τα μέρη του εαυτού μας και τότε είναι στο χέρι μας να αποφασίσουμε πως θα ενεργήσουμε σε κάθε περίσταση. Μόνο από εκεί μπορούμε να δράσουμε με επίγνωση, χωρίς αυτοματοποιημένες αντιδράσεις. Η σύγκριση με το ή με τον οποιοδήποτε, απλά εξαφανίζεται.
Παράδειγμα, όταν είμαι στο κέντρο μου και ακούσω κάτι αρνητικό για μένα, δεν αντιδρώ με τις προκατασκευασμένες πεποιθήσεις μου, δηλαδή, να προσβληθώ και να θυμώσω, παρά αρχίζω να διερευνώ γιατί προκλήθηκε αυτή η κατάσταση, τι χρειάζεται να δω εγώ μέσα από αυτό και πως μπορώ να δράσω με ωφέλεια και για τις δύο πλευρές. Επίσης, η συνύπαρξη με τους άλλους δεν στηρίζεται πια στον όποιο φόβο μοναξιάς ή απόρριψης ή όποιας ανάγκης, διότι τώρα ξέρουμε ότι μπορούμε και μόνοι μας, άρα, συνδεόμαστε πιο ουσιαστικά, για να πάμε μαζί παραπέρα και έτσι οι σχέσεις μας μεταμορφώνονται σε δύο παράλληλες δυνάμεις που κινούνται προς ένα κοινό στόχο.
Η ανάγκη για μπράβο και αναγνώριση καλύπτεται εσωτερικά, αν έρθει δε και από τους άλλους, τότε την εισπράττω στο πολλαπλάσιο. Ένα tip για να μπορέσουμε να νιώσουμε σημαντικοί και ξεχωριστοί, γι’ αυτό που είμαστε εμείς, για τη δική μας μοναδικότητα μέσα στο κόσμο, χωρίς να χρειαζόμαστε σύγκριση με κάποιον άλλον για να επιβεβαιωθούμε, είναι να κάνουμε καθημερινά σχετικές δηλώσεις, όπως:
• Τώρα αναγνωρίζω στον εαυτό μου όλες τις μικρές και μεγάλες επιτυχίες του.
• Τώρα πετυχαίνω ότι θέλω και ξεχωρίζω.
• Τώρα ότι κι αν κάνω είναι σημαντικό για μένα και αναγνωρίζεται
• Τώρα λέω μπράβο στον εαυτό μου και επιβραβεύομαι
• Η αυτοεκτίμηση είναι το κίνητρο σε ότι κάνω.
• Τώρα είμαι στο κέντρο μου και συνδέομαι με τις δημιουργικές μου δυνάμεις.
• Σέβομαι τη γνώμη των άλλων, αλλά τώρα, εγώ αποφασίζω για μένα
• Μόνο εγώ έχω το copyright της αυταξίας μου.
Μπορείτε να φτιάξετε και μόνοι σας μια δήλωση που θα είναι αντιπροσωπευτική των αναγκών που έχετε αυτή τη στιγμή. Καλή επιτυχία!
Και θυμηθείτε: δεν μπορούμε να κατέχουμε κάτι για το οποίο δεν είμαστε διατεθειμένοι να αναλάβουμε την ευθύνη του.