Από το 2011, που ο Αθηναγόρας Κωστάκος με αφορμή ένα στοίχημα με φίλους μπήκε στο ελληνικό Top Chef και «σήκωσε την κούπα» μέχρι σήμερα πολλά έχουν αλλάξει. Τόσο στην προσωπική του ζωή όσο και την Παγκόσμια γαστρονομική σκηνή.
Συνέντευξη στη Λιάνα Μπουκουβάλα
Αληθεύει ότι μπήκες στο Top Chef με αφορμή ένα στοίχημα;
Ξέρω ότι ενδεχομένως χαλάει η «μαγεία» του όλου πράγματος αλλά αυτή είναι η αλήθεια! Χα,χα! Εγώ τότε ήμουν ήδη chef δε νομίζω να έμπαινα διαφορετικά. Καθόμασταν που λες παρέα με κάτι φίλους και πίναμε μπύρες και έτσι στο χαβαλέ μου λένε «δεν πας», «όχι απλά θα πάω αλλά θα το σηκώσω κιόλας τους απάντησα». Το στοίχημα μπήκε και απο ότι έδειξε η ιστορία… το κέρδισα!
Tελικά αρκεί η συμμετοχή σε ένα reality για να χτίσεις καριέρα;
Παίζουν πολλά πράγματα ρόλο. Αρχικά σε ποιο reality θα πας. Γιατί πλέον, είναι αρκετά. Το Master Chef ας πούμε, είναι μία καλή μαγειρική σχολή, ωστόσο δεν πρέπει να ξεχνάμε πως κι αυτό, όπως και όλα, είναι reality. Έτσι πρέπει να μπεις έχοντας έναν στόχο και να μείνεις προσηλωμένος σε αυτόν. Νομίζω ότι τα νέα παιδιά που μπαίνουν σε αυτούς τους διαγωνισμούς μπαίνουν έχοντας λάθος κίνητρα. Δεν μπαίνουν με όραμα, με στόχο δηλαδή. Για παράδειγμα, ρε παιδί μου έχω ένα μαγαζί και θελω να μπω για να το ανεβάσω ή έχω στο μυαλό μου ένα project και μπαίνω για να με δει ο κόσμος και έτσι να βρω έναν δυνατό χορηγό για να το υλοποιήσω. Μπαίνουν έχοντας στο μυαλό τους λάθος πράγματα, γιατί οι followers και οι διαφημίσεις δεν είναι ο σκοπός. Αν καταφέρεις να ξεχωρίσεις αυτά θα έρθουν ούτως ή άλλως μετά.
Σε ένα επάγγελμα που τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας «φοριέται» πολύ, τι στοιχεία πρέπει να διαθέτει κάποιος για να ξεχωρίσει;
Αφοσίωση, πάθος για αυτό που κάνει, υπευθυνότητα και ικανότητα να ηγείται μιας ομάδας που θα τον σέβεται και θα εμπνέεται από αυτόν. Το ταλέντο εάν υπάρχει φυσικά και βοηθάει, αλλά από μόνο του δεν είναι ικανό να κάνει έναν μάγειρα να ξεχωρίσει. Μπορεί να τον βοηθήσει στην αρχή αλλά για να σταθεί και να επιβιώσει μακροπρόθεσμα στον χώρο, χρειάζεται κι άλλα πράγματα. Χρειάζεται να είναι πραγματικά εργατικός, να οργανώνει σωστά και να υποστηρίζει την ομάδα του, να είναι πάντα ανήσυχος και να ενημερώνεται διαρκώς για τις τάσεις, για το τι τρέχει σήμερα στη μαγειρική.
Εσύ αλήθεια, πως αποφάσισες να ασχοληθείς με τη μαγειρική;
Πριν μπω στις κουζίνες, ασχολιόμουν σε επίπεδο πρωταθλητισμού με τον αθλητισμό και συγκεκριμένα με την πάλη. Έτσι δεν μου είχε περάσει ποτέ από το μυαλό ότι θα κάνω κάτι άλλο στη ζωή μου. Ένας σοβαρός τραυματισμός όμως άλλαξε τα σχέδιά μου και έτσι η μαγειρική, μιας και η οικογένειά μου δραστηριοποιείται χρόνια στον χώρο της εστίασης, ήταν μονόδρομος.
Από τον πρωταθλητισμό στο αθλητισμό λοιπόν, πέρασες στον πρωταθλητισμό στην μαγειρική… Γιατί, αυτό κάνεις…
Η αλήθεια είναι πως το επίπεδο είναι αρκετά υψηλό. Έχω δουλέψει και συνεχίζω να δουλεύω ασταμάτητα για να μπορώ να επιτυγχάνω τους στόχους μου. Σε αυτή τη δουλειά δεν σου χαρίζεται τίποτα! Αυτή την περίοδο λοιπόν, υπάρχουν τρεις συνθήκες στη ζωή μου. Η συνθήκη των εστιατορίων που είμαι συνέταιρος και τα τρέχω ως chef και συνέταιρος, η συνθήκη των εστιατορίων που τα βοηθάω σε επίπεδο consulting, δίνω τα μενού τους, δίνω συμβουλές και δημιουργώ νέα concept και υπάρχει και ο δικός μου χώρος, ένα νέο μαγαζί που ξεκίνησα μαζί με τον Λευτέρη Γεωργόπουλο της ομάδας του The Clumsies. Μία τακερία-τεκιλερία στο κέντρο της Αθήνας, στην Καλαμιώτου, το Loco, που της έχω μεγάλη αδυναμία. Ήταν επιθυμία της γυναικας μου να υλοποιηθεί αυτό το project και έτσι το αγαπώ ένα τσακ παραπάνω. Είναι το στέκι μας, που πηγαίνουμε και πίνουμε τις τεκίλες μας χαλαρά στο bar ενώ τρώμε tacos. Και ευτυχώς για μένα και το Λευτέρη, εκτός από τη γυναίκα μου (γέλια), το έχει αγαπήσει και ο κόσμος αφού αν και είναι ένα νέο εγχείρημα έχει ήδη γίνει talk of the town!
Πραγματικά ασταμάτητα αν κρίνω πως τις τελευταίες μέρες που μιλάμε για να κανονίσουμε τα της συνέντευξης έχεις αλλάξει ήδη 3 κράτη. Αγγλία, Αμερική και έπειτα Τουρκία…
Ναι ταξιδεύω πολύ. Πράγματι ήμουν στο Λονδίνο για το «Meraki» του οποίου μέχρι και σήμερα είμαι ιδιοκτήτης και chef και σου λέω μέχρι και σήμερα γιατί έχω μπει σε διαδικασία να πουλήσω τα shares μου, οπότε και θα αναχωρήσουμε με την ομάδα μου σε λίγους μήνες, έπειτα πήγα Αμερική και συγκεκριμένα στο Σικάγο για ένα νέο μαγαζί του οποίου έχω την επιμέλεια, το «Λύρα» και τώρα με πετυχαίνεις Τουρκία…
Πως είναι να είσαι συνεχώς με μία βαλίτσα στο χέρι;
Δύσκολο! Κι αυτό γιατί δεν είμαι μόνος μου, έχω μία πολύ όμορφη οικογένεια. Μία σύντροφο και δύο ανήλικα παιδάκια, οπότε καταλαβαίνεις ότι αυτό το στάδιο της ζωής μας με τα τόσα ταξίδια μου δεν μπορεί να συνεχιστεί για πολύ. Απλά συγκεντρώνουμε αυτή τη στιγμή τα concept για να δούμε ποια έχουν πιο γερές βάσεις για να αποφασίσουμε με ποια θα προχωρήσουμε την επόμενη πενταετία.
Για ποιο λόγο δουλεύει τόσο πολύ ο Αθηναγόρας;
Εννοείται ο καθένας μας δουλεύει για τα νούμερα, όλοι κοπιάζουμε για την οικονομική μας ανέλιξη αλλά έπειτα έρχεται ο προσωπικός εγωισμός και το όραμα. Έχω παλέψει πολλά φορές για project που φαινόντουσαν ακατόρθωτα, για τον εγωισμό μου και για το όραμα που είχα. Το «Meraki» ήταν ένα από αυτά. Στο Λονδίνο ο ανταγωνισμός είναι πολύ μεγάλος. Δεν υπάρχουν μαγαζιά που υπολειτουργούν ή που δεν δουλεύουν. Εκεί ότι βλέπεις ανοιχτό, δουλεύει. Αλλιώς… κλείνει. Όταν το άνοιξα λοιπόν, για 7-8 μήνες χάναμε χρήματα μέχρι που αποφάσισα να κάνω πιο comfort την κουζίνα του και εκτοξεύτηκε. Έπειτα ακολούθησαν άλλα δύο στο Πόρτο Τσέρβο και στο Ριάντ της Σαουδικής Αραβίας.
Μιας που ανέφερες το «Meraki» πως αποφάσισες να δραστηριοποιηθείς επαγγελματικά εκεί με ένα δικό σου μαγαζί και να κάνεις έδρα σου το Λονδίνο;
Η γυναίκα μου ζούσε πάντα στο Λονδίνο και εγώ ανεβοκατέβαινα για εκείνη. Για τον έρωτά μου! Κάποια στιγμή λοιπόν, θεωρήσαμε πολύ καλή περίπτωση να επενδύσουμε εκεί, πήραμε την ομάδα μας και έτσι και έγινε.
Οι περισσότεροι που αποφασίζουν να αφήσουν την Ελλάδα και να ζήσουν σε μία ξένη χώρα, δύσκολα επιστρέφουν. Εσείς παρ΄ όλα αυτά γυρίσατε… Γιατί;
Πράγματι μετά από 5 χρόνια που ζούσαμε οικογενειακώς στο Λονδίνο αποφασίσαμε να επιστρέψουμε στην Ελλάδα. Αρχικά γιατί έπαθα ένα μεγάλο break down σε κάποια φάση, είχα ένα θέμα με την καρδιά μου λόγω άγχους και stress και είπα να χαλαρώσω λιγάκι ρυθμούς μα και γιατί για τις ομορφιές και τις μυρωδιές της Ελλάδας, γιατί είναι ο τόπος μου, γιατί θέλω τα παιδιά μου να πάνε εδώ σχολείο…
Με τα άπειρα projects που τρέχεις αυτή τη στιγμή δεν βλέπω να χαλάρωσες και πολύ…
(Γέλια) Δίκιο έχεις, αλλά έτσι είμαι εγώ. Δεν μπορώ να κάθομαι. Σκέψου ότι όσες φορές έμεινα στο σπίτι για να ξεκουραστώ και να ηρεμήσω η Άτζυ μου έλεγε βουλιάζεις, βγες έξω, δεν είσαι εσύ για να είσαι μέσα… Και έτσι είναι. Μπορεί να υπάρχουν στιγμές που φτάνω στα όριά μου και λέω, θα ρίξω ρυθμούς να ξεκουραστώ, την ακριβώς επόμενη στιγμή όμως το ξεχνώ και ρίχνομαι με τα μούτρα στο επόμενο project. Την αγαπώ πολύ αυτή τη δουλειά. Μετά την οικογένειά μου φυσικά, είναι ο λόγος που μου δίνει κίνητρο για να ζω.
Αλήθεια θυμάσαι πίσω από πόσα project ανά τον κόσμο συναντάμε σήμερα την δική σου υπογραφή στο μενού;
(Γέλια…) Είναι όντως πολλά! Όπως σου είπα είναι το μαγαζί μου το Loco, το Meraki, η Λύρα στο Σικάγο, ο Scorpios στη Μύκονο όπου είμαι επί 8 χρόνια διευθυντής εστίασης, το νέο μας Noema που άνοιξε πέρυσι στη Μύκονο και έκανε δυνατή την παρουσία του, το The Clumsies στην Αθήνα του οποίου έχω αναλάβει το μενού, στην Κρήτη επιμελούμαι εδώ και χρόνια το μενού του Blue Palace και του Cretan Malia Park και η λίστα στο consulting… συνεχίζεται!
Όσον αφορά στον Scorpio, ένα τεράστιο project πολλών εκατομμυρίων, πόσο εύκολο ήταν να ξεχωρίσει σε ένα νησί που ο ανταγωνισμός είναι τεράστιος;
Ο Scorpios είναι ένα τεράστιο project. Μιλάμε για 1000 κουβέρ τη μέρα. Οπότε όπως αντιλαμβάνεσαι το άγχος ήταν μεγάλο. Θυμάμαι τη μέρα που ανοίγαμε ώσπου να πάω από το σπίτι μου στο Scorpio (μιλάμε για μία απόσταση 15 λεπτών), πρέπει να σταμάτησα 6 φορές για να τα «βγάλω» από το άγχος μου. Ήταν μεγάλο το «στοίχημα», μια δουλειά που κόστισε πολλά εκατομμύρια και έπρεπε το επίπεδο του φαγητού να ειναι αντάξιο της επένδυσης. Ευτυχώς το καταφέραμε και σήμερα μιλάμε για το πιο επιτυχημένο brand του νησιού με παγκόσμια αναγνώριση. Η συνταγή ήταν απλή. Δημιούργησα sexy, σπιρτόζικο φαγητό για να απολαμβάνεις ενώ διασκεδάζεις στην παραλία. Εσύ όταν πας σε μία παραλία φοράς make-up και τα καλά σου ρούχα; Όχι, φυσικά. Έτσι και το φαγητό, ήταν χωρίς make-up και gourmet εμφάνιση, ωστόσο παιχνιδιάρικο σε γεύση και ιδανικό για να το απολαμβάνεις πίνοντας το cocktail σου.
Πάτε και στο Μεξικό;
Ναι! Όταν πριν από δυο χρόνια ο Scorpios πέρασε κάτω από την ομπρέλα του «Soho House», του διασημότερου ίσως member club στο κόσμο, βασικός μέτοχος του οποίου είναι ο Αμερικανός δισεκατομμυριούχος Ρόναλντ Μπερκλ, αποφασίστηκε μαζί με τους Μάριο Χέρτελ και Τόμας Χέιν, εκείνους δηλαδή που τον εμπνεύστηκαν να τον επεκτείνουν με πρώτο σταθμό το Τουλούμ στο Μεξικό. Εκεί δεν θα είναι μόνο ένα beach bar αλλά μία ολοκληρωμένη τουριστική εγκατάσταση.
Πότε ανοίγει;
Τα Χριστούγεννα που μας έρχονται θα βρουν εμένα, την οικογένειά μου και την ομάδα μου εκεί να αλλάζουμε το χρόνο…
Και το καλοκαίρι πίσω στη Μύκονο γιατί εκεί εκτός από το Scorpios, υπάρχει και το Noema, σωστά;
Τώρα άγγιξες ακόμη μία ευαίσθητη χορδή. Το Noema έχει ξεχωριστή θέση στην καρδιά μου. Όταν οι Γερμανοί του Scorpios θέλησαν να δεσμευτώ μαζί τους με μια συνεργασία χρόνων, τους εξηγούσα ότι ο μόνος τρόπος για να επιτευχθεί αυτό ήταν να συνεταιριστούμε. Έτσι προέκυψε το Noema. Ένα άκρως ελληνικό brand, με ελληνική κουζίνα που όμως διαθέτει εξωτικά στοιχεία ακολουθώντας διεθνή standards. Το Νoema δεν είναι απλά ένας ακόμη χώρος εστίασης. Μεταφέρει το νόημα των Κυκλάδων, της κυκλαδίτικης γαστρονομίας και φιλοξενίας.
Γεμάτο πρόγραμμα, γεμάτη ζωή… Υπάρχουν όνειρα που κάνει ο Αθηναγόρας για το μέλλον και που δεν έχουν ακόμη πραγματοποιηθεί;
Φυσικά να είμαι υγιής εγώ και η οικογένειά μου και να μεγαλώνουμε όμορφα παρέα. Έπειτα σε επαγγελματικό επίπεδο, θα ήθελα πολύ να δω το «Noema» να επεκτείνεται ως ελληνικό brand στο εξωτερικό. Είναι κάτι που θέλω πολύ. Ένα αμιγώς ελληνικό brand να ξεχωρίσει σε παγκόσμιο επίπεδο ξεκινώντας όμως πρώτα από την Ελλάδα!